Ψυχολογία

Τα 'Ονειρα στην Ιστορία και την 'Ερευνα

«Για τον Κ. Γκ. Γιουνγκ, τα όνειρα ήταν ένα είδος αμερόληπτης φωτογράφησης της ασυνείδητης ζωής».
Από τον αρχαίο κόσμο μέχρι τις μέρες μας, τα όνειρα θεωρήθηκαν τολμήματα σε ένα μυστηριακό άλλο κόσμο.
                                                                                                                                                         Raymont de Becker

350px Antonio de Pereda The Knight's Dream
 Το όνειρο του Ιππότη 1655
Antonio de Pereda

Σημαντικό κομμάτι της ανθρώπινης ζωής τα όνειρα υπήρξαν ανέκαθεν θέμα στοχασμού σε διαισθητικό και φιλοσοφικό επίπεδο. Η ποικιλία της ονειρικής εμπειρίας, ευχάριστη ή δυσάρεστη, κέντριζε πάντα τη σκέψη των ανθρώπων. Στα όνειρα εμφανίζονται όντα όλων των ειδών. 'Aλλοτε αναγνωρίζονται ως νεκροί, άλλοτε ως υπεράνθρωποι, άλλοτε με τερατώδη προσωπεία. Επιπλέον έχουν υπάρξει ονειρικά βιώματα γεγονότων που ποτέ δεν έχουν συμβεί στον κόσμο της εγρήγορσης, και ενίοτε έχει υπάρξει η αίσθηση της υπερφυσικής διόρασης ή γνώσης. Αναπόφευκτα το όνειρο απέκτησε εξαρχής μια αύρα του υπερφυσικού. Αντιμετωπιζόταν ως πηγή πληροφοριών για μελλοντικά γεγονότα σε αυτόν τον κόσμο, μέσω θεϊκής προειδοποίησης ή ενθάρρυνσης. Με τα όνειρα οι θεοί μπορούν να αποκαλύψουν τη θέλησή τους, και οι δαίμονες βάζουν σε πειρασμό τους αρρώστους. Η ονειρική εμπειρία έκανε τους ανθρώπους να αντιλαμβάνονται ότι ήταν συνεχώς σε επαφή με ένα μυστηριώδη υπερφυσικό κόσμο, από τον οποίο πολλά μπορούσαν να μάθουν για το ίδιο τους το πεπρωμένο σε αυτόν τον κόσμο και στον επόμενο[1].

Η εμπειρία του ονείρου μπορεί ακόμη να ενοχλήσει βαθιά ή να προβληματίσει τον σύγχρονο άνθρωπο, ακόμη κι αν διατείνεται ότι αναζητά την επιστημονική και όχι την υπερφυσική ερμηνεία της. Επιπλέον, οι θεωρίες του Φρόιντ ( S. Freud) και του Γιουνγκ (C. Jung), όπως επίσης η πρακτική της ψυχιατρικής, υποδεικνύει τα όνειρα ως αποδείξεις των βαθύτερων στρωμάτων της προσωπικής ύπαρξης που ανήκουν στο επίπεδο της ψυχής. Είναι κατανοητό συνεπώς, ότι σε προηγούμενες ιστορικές περιόδους τα όνειρα έπαιζαν ένα πολύ σημαντικό ρόλο στις ανθρώπινες υποθέσεις. Τα όνειρα, κάθε νύχτα, παρείχαν στο άτομο φανερή επαφή με έναν άλλο κόσμο ή μορφή ύπαρξης, μυστηριωδώς διαφορετική από εκείνη που βιώνε όταν ήταν σε εγρήγορση. Ο Έντουαρντ Μπαρνέτ Τάυλορ (Edward Barnett Tylor) τόνιζε ορθά πως τα όνειρα βοηθούσαν τον πρωτόγονο άνθρωπο να αντιληφθεί την ύπαρξη ενός διαφορετικού εαυτού, την ύπαρξη της ψυχής του -έναν μη υλιστικό εαυτό που κινείται και δρα στον ονειρικό κόσμο[2].

Οι αναφορές στα όνειρα έρχονται από τα βάθη του ιστορικού χρόνου. Στα αιγυπτιακά κείμενα καταγράφεται σημαντικός αριθμός ονείρων των βασιλέων, σχετικά με θεούς, και η καταγραφή τους αναμφίβολα οφειλόταν στα πολιτικά και θρησκευτικά ζητήματα που εμπλέκονταν. Το πιο σημαντικό παράδειγμα είναι καταγραμμένο σε μια στήλη γρανίτη, τοποθετημένη ανάμεσα στα πέλματα της μεγάλης Σφίγγας της Γκίζα. Η επιγραφή λέει πως ο μελλοντικός φαραώ Τούθμοσις IV (1425-1408 Π.Κ.Ε.) ξεκουράστηκε κάποτε, κατά τη διάρκεια μιας κυνηγητικής αποστολής, στη σκιά της κολοσσιαίας μορφής η οποία αντιπροσώπευε τον ηλιακό θεό Ρα στη μορφή του Χαρκακίς, δηλαδή του «Ώρου του Ορίζοντα». Αποκοιμήθηκε και ονειρεύτηκε ότι ο θεός εμφανίστηκε και τού μίλησε. Ο Χαρμακίς είπε στον κοιμώμενο πρίγκιπα πως τον προορίζει για το βασίλειο της Αιγύπτου και έστρεψε την προσοχή του στην αξιοθρήνητη κατάσταση της μορφής του, της Σφίγγας, που κειτόταν μισοθαμμένη στην άμμο της ερήμου και τον υποχρέωσε να υποσχεθεί πως θα τη συντηρήσει. Όταν έγινε βασιλιάς, ο Τούθμοσις θυμήθηκε το όνειρο και καθάρισε τη Σφίγγα από την άμμο, καταγράφοντας στη στήλη το έργο του[3].

Οι σημασίες αυτού και άλλων βασιλικών ονείρων, στις καταγεγραμμένες τους μορφές, είναι καθαρές. Γενικά μαρτυρούν τη θεϊκή πρόνοια που απολάμβαναν οι βασιλείς. Αλλά αυτό δεν ήταν έτσι με τα περισσότερα όνειρα τα οποία είχαν άλλοι Αιγύπτιοι, και έκδηλα τους αφορούσε πολύ η ερμηνεία τους. Η επιστήμη της ονειρομαντείας εγκαθιδρύθηκε για να ανταποκριθεί στις ανάγκες τους. Μπορούμε να μάθουμε κάτι από τις τεχνικές της από τα αποσπασματικά υπολείμματα των «κλειδιών» στην ερμηνεία των ονείρων που έχουν βρεθεί.

Τα αρχεία της αρχαίας Μεσοποταμίας παρέχουν άφθονες αποδείξεις ενός πλατιά διαδεδομένου ενδιαφέροντος για τα όνειρα μεταξύ των Σουμερίων, των Βαβυλωνίων και των Ασσυρίων. Οι τύποι των ονείρων και ο τρόπος της ερμηνείας τους είναι γενικά παρόμοιος με την Αιγυπτιακή παράδοση, ως εκ τούτου υποδηλώνοντας ότι η ανθρώπινη αντίδραση στα όνειρα, όπως και η εμπειρία τους, ακολουθεί ένα κοινό πρότυπο. Γενικά, ωστόσο, η Μεσοποτάμια αξιολόγηση αντανακλά το δύσθυμο πνεύμα που χαρακτηρίζει τη Μεσοποτάμια κουλτούρα. Τοιουτοτρόπως, οι Σουμέριοι ονόμαζαν τα όνειρα Μα-Μου, το οποίο σήμαινε «δημιουργία της νύχτας». Η Νινγκάλ, η σύζυγος του Νάννα και μητέρα της Ινάννα ήταν η ερμηνεύτρια των ονείρων[4].

Η λογοτεχνία της Μεσοποτάμιας αποκαλύπτει ότι συχνά έρχονταν στα όνειρα προειδοποιήσεις επικείμενης καταστροφής. Για παράδειγμα, σε μια σουμεριακή απόδοση του θρύλου του κατακλυσμού, ο ήρωας Ζιουσούντρα πληροφορείται για την επερχόμενη καταστροφή σε ένα όνειρο. Το περίφημο Έπος του Γκιλγκαμές περιγράφει το δυσοίωνο όνειρο το οποίο ο Ενκιντού ανέφερε στο φίλο του Γκιλγκαμές: «Φίλε μου αυτή τη νύχτα είδα ένα όνειρο. Τα ουράνια (βογγούσαν) και η γη απάντησε. Βρήκα τον εαυτό μου μόνο». Κατόπιν λέγει πως ο θεός των νεκρών εμφανίστηκε και τον έσυρε στον κάτω κόσμο. Τα όνειρα χρησιμοποιούνταν γενικά στο έπος για την πρόβλεψη των επερχόμενων γεγονότων[5].

 

Ονειρευτές της Βίβλου

Η αρχαία εβραϊκή φιλολογία είναι γεμάτη αναφορές ονείρων, μέσω των οποίων ο Γιαχβέ μετέδιδε τη θέληση και τον σκοπό του στους πιστούς του. Ο πατριάρχης Ιακώβ, όταν τράπηκε σε φυγή από την οργή του αδελφού του Ησαύ, έμαθε το πεπρωμένο του σε ένα θαυμάσιο όνειρο στη Βαιθήλ. «Και ονειρεύτηκε ότι υπήρχε μια σκάλα τοποθετημένη πάνω στη γη, και η κορυφή της έφθανε στον ουρανό. Και ιδού, οι άγγελοι του θεού την ανέβαιναν και την κατέβαιναν! Και δείτε ο Κύριος έστεκε πάνω από αυτήν και είπε, «Εγώ είμαι ο Κύριος, ο θεός του Αβραάμ του πατέρα σου και ο θεός του Ισαάκ. Η γη πάνω στην οποία βρίσκεσαι θα τη δώσω σε εσένα και στους απογόνους σου. Και οι απόγονοί σου θα είναι σαν τη σκόνη της γης…»[6].

Η γνωστότερη πιθανώς αναφορά ονείρων στην Παλαιά Διαθήκη σχετίζεται με τον Ιωσήφ στην Αίγυπτο[7]. Ο συγγραφέας παρουσιάζει τον Ιωσήφ ως ερμηνευτή ονείρων, αλλά αποδίδει τη δύναμη της ερμηνείας στον θεό. «Δεν ανήκουν οι ερμηνείες στον θεό;» ρωτάει, και λέει για το όνειρο του Φαραώ: «Το όνειρο του Φαραώ είναι ένα. Ο θεός αποκάλυψε στον Φαραώ τι πρόκειται να κάνει». Ωστόσο, αν και τα όνειρα παρουσιάζονται ως θεϊκές προειδοποιήσεις, οι αποδέκτες δεν μπορούν να κατανοήσουν τη σημασία τους. Ο Ιωσήφ δείχνει την υπεροχή του και την εύνοια του θεού προς το πρόσωπό του, όντας ικανός να ερμηνεύσει το όνειρο του φαραώ, κάτι που απέτυχαν να πράξουν οι Αιγύπτιοι σοφοί.

Η ονειρομαντεία εμφανίζεται ως εγκαθιδρυμένη πρακτική στο αρχαίο Ισραήλ. Το βιβλίο του Δανιήλ είναι το κλασικό παράδειγμα στο οποίο ο Δανιήλ παρουσιάζεται ως ένας θεϊκά προικισμένος με την «κατανόηση όλων των οραμάτων και των ονείρων».

 

Οι Σκιώδεις Πύλες

Στην αρχαία Ελληνική και Ρωμαϊκή κοινωνία τα όνειρα αντιμετωπίζονταν ως ένα από τα κύρια μέσα με τα οποία επικοινωνούσαν οι θεοί με τους ανθρώπους, και οι άνθρωποι μπορούσαν να μάθουν το μέλλον. Ο δραματουργός Αισχύλος, γράφοντας στις αρχές του 5ου αιώνα Π.Κ.Ε., θεωρούσε την επιστήμη της ονειρομαντείας μεταξύ των κύριων πλεονεκτημάτων τα οποία έδωσε στην ανθρωπότητα ο «πολιτισμικός ήρωας» Προμηθέας. Επίσης, τόσο η Ελληνική όσο και η Λατινική λογοτεχνία βρίθουν παραδειγμάτων. Ο Ζευς είναι ο αποστολέας των ονείρων, και ως εκ τούτου, μερικές φορές εξαπατά τους ανθρώπους όπως στην περίπτωση του Αγαμέμνονα[8]. Τα όνειρα συνήθως παίρνουν τη μορφή μιας επίσκεψης σε ένα κοιμώμενο άτομο που γίνεται από μια ονειρική φιγούρα (όνειρο), η οποία μπορεί να είναι ένας θεός, ένα φάντασμα ή ένα ειδικά δημιουργημένο είδωλο (εικόνα) στη μορφή ενός προσώπου γνωστού στον κοιμώμενο. Το όνειρο που επισκέφθηκε τον Αγαμέμνονα, για παράδειγμα, πήρε τη μορφή του σεβαστού Νέστορα. Το όνειρο στάθηκε στο κεφάλι του κρεβατιού του κοιμώμενου. Αυτός το είδε και άκουσε το μήνυμά του: οι Έλληνες πάντα μιλούσαν για τα όνειρα σαν να «βλέπουν ένα όνειρο». Ένα συγκλονιστικό παράδειγμα μιας τέτοιας επίσκεψης συμβαίνει στην Ιλιάδα, όπου η εμφάνιση του φαντάσματος του Πάτροκλου στον κοιμώμενο Αχιλλέα περιγράφεται με γραφικό τρόπο[9].

Τα όνειρα αντιμετωπίζονται πολύ υψηλά από κάποιους φιλοσόφους. Για παράδειγμα, ο Πλάτων στην Δημοκρατία, παρουσιάζει τον Σωκράτη, να υποστηρίζει ότι τα όνειρα ενός καλού ανθρώπου είναι καθαρά και προφητικά, αφότου όταν αυτός κοιμάται η ψυχή του είναι ελεύθερη και δε δεσμεύεται από σωματικές υποθέσεις. Το πρόβλημα της ερμηνείας ονείρων παρήγαγε μια τάξη επαγγελματιών ερμηνευτών, τους ονειροκρίτες, οι οποίοι ανέπτυξαν εσωτερικές μεθόδους ερμηνείας. Γράφτηκαν επίσης και σχετικά βιβλία, όπως τα Ονειροκριτικά του Αρτεμίδωρου (2ος αιώνας Κ.Ε.).

Όνειρα θεϊκής καταγωγής συχνά αναζητούνταν από Έλληνες και Ρωμαίους. Ο δημοφιλής τρόπος παραγωγής τέτοιων ονείρων ήταν η επώαση, μια πρακτική που απαντάται και στην αιγυπτιακή ονειρομαντεία. Οι Δελφοί, ο διάσημος ναός του Απόλλωνα, ήταν πιθανώς τόπος ενός τέτοιου ονειρομαντείου. Πιο αξιοσημείωτη ήταν η πρακτική της ιατρικής επώασης, ιδιαίτερα σε σχέση με τον Ασκληπιό, τον θεό της θεραπείας. Οι ασθενείς κοιμούνταν στον ναό στην Επίδαυρο, με την ελπίδα ότι ο θεός θα τους επισκεφθεί σε ένα όνειρο και θα ορίσει τη θεραπεία τους. Οι πολλές αναθηματικές αφιερώσεις που βρέθηκαν σε βωμούς του Ασκληπιού μαρτυρούν την πίστη εκείνων οι οποίοι πίστευαν ότι είχαν θεραπευτεί με αυτόν τον τρόπο.

Τα όνειρα εμφανίζονται διακεκριμένα στα αρχεία στους πρώτους χριστιανικούς χρόνους. Πράγματι, στην Καινή Διαθήκη αυτά είναι τα συνήθη μέσα με τα οποία ο Θεός μεταβιβάζει τη θέλησή του. Ο Ιωσήφ καθοδηγείται σε ένα όνειρο να παντρευτεί την έγκυο Μαρία, η οποία επρόκειτο να φέρει τον Σωτήρα[10]. Στους Μάγους και στον Ιωσήφ δίνεται συμβουλή για τον κακό Ηρώδη σε όνειρο, όπως επίσης σε όνειρο λέγεται στον Ιωσήφ να φύγει με το βρέφος Χριστό και τη μητέρα του[11]. Η σύζυγος του Πιλάτου παρακινείται από ένα όνειρο, προκειμένου να προειδοποιήσει τον σύζυγό της στη δίκη του Ιησού[12]. Ο Πέτρος προετοιμάζεται από ένα όνειρο να δεχτεί τον Iουδαίο Κορνήλιο ως προσήλυτο[13] και ο Παύλος καθοδηγείται από ένα όνειρο να κηρύξει το Ευαγγέλιο στη Μακεδονία[14].

 

Τα Όνειρα στη Σύγχρονη Δύση

Η Τέχνη της ερμηνείας των ονείρων και, ειδικότερα, να τα χρησιμοποιούμε για μαντεία, παρομοιάστηκαν με τη μαγεία από τη Χριστιανική Εκκλησία, αλλά τα όνειρα έπαιξαν ένα σημαντικό ρόλο στη μεσαιωνική ζωή. Ήταν, από τη μία, η έμπνευση μεγάλων κλίσεων -όπως στην περίπτωση του Αγ. Φραγκίσκου της Ασίζης ή του Αγ. Δομήνικου- και από την άλλη πιθανά διαμόρφωσαν τη βάση πολλών αναφορών από τα Σάββατα των μαγισσών. Κατά τη διάρκεια της Αναγέννησης η έκδοση των πρώτων ερμηνευτικών κλειδιών στα όνειρα, εμπνευσμένα από Αραβικά γραπτά, τουλάχιστον ελευθέρωσε το ζήτημα από την αύρα απαγόρευσης που την περιέβαλε κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα. Παρόλα αυτά το ενδιαφέρον δεν πήγε μακρύτερα από το επίπεδο των παιχνιδιών του σαλονιού.

Τα όνειρα έγιναν αποδεκτά στη Δύση πλέον, τον 19ο αιώνα και με την αναβίωση του Ρομαντισμού, αν και δεν είχαν ποτέ χάσει τη σημασία τους στις αρχαίες κοινωνίες, στις οποίες θεωρούνταν πολιτισμικό φαινόμενο που άξιζε την προσοχή των λογίων, μυστικιστών και ποιητών των οποίων η προσέγγιση στα όνειρα ήταν πιο ποιητική και μεταφυσική, παρά πειραματική και επιστημονική. Αρκετοί από τους Ρομαντικούς κρατούσαν ημερολόγια ονείρων: ο γερμανός συγγραφέας Ζαν-Πωλ (Jean-Paul), για παράδειγμα, δεν περιοριζόταν στην παρατήρηση των ονείρων, αλλά επίσης πειραματιζόταν, προσπαθώντας να κρατηθεί συνειδητός και να επιβάλλει τη θέλησή του, εν συντομία να τα ελέγξει.

Η έκδοσή του Όνειρα και τα Μέσα να Τα Ελέγξετε (1867) από τον Ερέ ντε σαν Ντενί (Herrey de Saint Denis), έναν καθηγητή Κινεζικής στο Κολλέγιο της Γαλλίας, σηματοδότησε μιαν εποχή στην επιστημονική μελέτη των ονείρων. Αντηχούσε την εργασία του Alfred Maury, του οποίου το βιβλίο Ύπνος και Όνειρα (1861) ήταν το αποκορύφωμα μιας σειράς ερευνών στις αναλογίες μεταξύ ονείρων και διανοητικών ασθενειών. Επίσης στις αναλογίες μεταξύ των εικόνων οι οποίες προκύπτουν κατά τη διάρκεια των ενδιάμεσων καταστάσεων μεταξύ της αφύπνισης και του ύπνου (γνωστές ως υπναγωγικές εικόνες) και των παραισθήσεων των διανοητικά ασθενών. Έγιναν από όλες τις πλευρές πολύτιμες παρατηρήσεις που αφορούσαν το συσχετισμό των ιδεών από τις οποίες πλέκεται το νήμα του ονείρου, η ανακάλυψη ότι ακόμη και άνθρωποι οι οποίοι αρνούνται ότι ονειρεύονται, πράγματι έχουν όνειρα. Έγινε επίσης η σύνδεση μεταξύ ονειρικών εικόνων και εξωτερικών αισθητηριακών ερεθισμάτων. Αλλά αναμφίβολα η κύρια σημασία της εργασίας αυτών των δύο λογίων ήταν ότι μέσω αυτών το όνειρο αναδύθηκε από τη μεσαιωνική μυστικότητα και τη λαϊκή προκατάληψη στις οποίες είχε κρατηθεί από την Αναγέννηση.

Οι πρώτες προσεγγίσεις στο όνειρο τον 19ο αιώνα βασίστηκαν σε μία θεωρία φυσιολογίας, και ο ΄Αλφρεντ Μάουρι (Alfred Maury) ήταν μεταξύ εκείνων οι οποίοι προσπάθησαν να αποδείξουν ότι η θεμελιώδης αιτία των ονείρων βρίσκεται στα εξωτερικά ερεθίσματα. Αυτός έκανε πολλά πειράματα προσπαθώντας να το αποδείξει. Σε μια περίπτωση, έβαλε κάποιον να γαργαλάει τα χείλη και την άκρη της μύτης του ενώ εκείνος κοιμόταν. Αυτό τον έκανε να ονειρεύεται ότι το πρόσωπό του μούδιαζε. Όταν ένα μπουκάλι κολόνιας τοποθετήθηκε κάτω από τα ρουθούνια του, τον έκανε να ονειρεύεται ότι ήταν σε ένα παζάρι στο Κάιρο. Το πλέον φημισμένο όνειρο του Μάουρι συνέβη όταν τμήμα του κρεβατιού του έπεσε στο σβέρκο του, το οποίο τον έκανε να ονειρευτεί ότι δικαζόταν από το δικαστήριο της Γαλλικής Επανάστασης. Αργότερα καταδικάστηκε σε θάνατο στην γκιλοτίνα. Αναρωτιέται κανείς εάν το ίδιο γεγονός θα παρήγαγε μια παρόμοια ονειρική σειρά σε ονειρευόμενους, οι οποίοι είχαν διαφορετικά υπόβαθρα και διαφορετικές μνήμες. Ο Μάουρι φαινόταν να αμφιβάλλει για αυτό και οι αμφιβολίες του επιβεβαιώθηκαν από τον Χίλντεμπραντ (Hildebrandt), έναν άλλο επιστήμονα που εργαζόταν πάνω στη θεωρία ότι τα όνειρα προκαλούνται από εξωτερικά ερεθίσματα, και συγγραφέα μιας σημαντικής μελέτης, Το Όνειρο και η Αξία Του στη Ζωή (1875).

Τα πειράματα του Χίλντεμπραντ έδειξαν ότι τα ίδια εξωτερικά ερεθίσματα παράγουν διαφορετικά όνειρα ακόμη και στον ίδιο ονειρευόμενο, και έτσι ακόμη περισσότερο σε διαφορετικούς ονειρευόμενους. Αν και ξυπνούσε από τον ύπνο με τον ίδιο τρόπο τρεις ημέρες συνέχεια, προέκυψαν τρεις διαφορετικές ονειρικές σκηνές. Τα πειράματα έδειξαν χωρίς αμφιβολία ότι τα εξωτερικά ερεθίσματα δεν είναι ποτέ η αιτία της ονειρικής σειράς αλλά, το πολύ-πολύ, η πρόφασή της. Έμενε να αποδειχθεί ότι το ίδιο ήταν αληθινό για τα εσωτερικά ερεθίσματα. Ο δρόμος ανοίχθηκε στον Φρόιντ ο οποίος επρόκειτο να περιγράψει τα όνειρα σαν μια αυτόνομη ψυχική διαδικασία. Ο Ζαν Πωλ και ο Ερέ ντε σαν Ντενί, ως αποτέλεσμα των προσπαθειών τους να ελέγξουν τα όνειρα, έφθασαν να αναγνωρίσουν τον αυτόνομο χαρακτήρα αυτής της διαδικασίας. Η συγκέντρωση και η θέληση μπορούσαν να εισάγουν εικόνες και θέματα επιλογής τους στα όνειρα αλλά ήταν ανίκανες να δημιουργήσουν την ονειρική σειρά στην οποία εκείνες οι εικόνες και τα θέματα θα εμφανιστούν: αυτή η σειρά παρέμενε απρόσμενη και απρόβλεπτη. Το πεδίο των φυσιολογικών πειραμάτων με τα όνειρα ακόμη εξερευνάται σήμερα.

Ήταν το 1900 που ο Φρόιντ έκδωσε το διάσημο έργο του, «Η Ερμηνεία των Ονείρων». Από όλα τα έργα του αυτό ήταν που εκείνος αξιολογούσε περισσότερο και το οποίο θεωρούσε ότι θα κέρδιζε την ευγνωμοσύνη των μεταγενέστερων. Ο Φρόιντ αποκατέστησε την «επιστήμη» των ονείρων και παρουσίασε με καθαρούς αναλυτικούς όρους παρατηρήσεις συχνά διασκορπισμένες μεταξύ πολυάριθμων αρχαίων πραγματειών πάνω στα όνειρα, όπως επίσης εκείνων πιο πρόσφατων συγγραφέων.

Η χρήση των ονείρων για θεραπευτικούς σκοπούς, και η σεξουαλική ερμηνεία τους, ήταν δύο χαρακτηριστικά της ψυχανάλυσης το 1900. Είχαν χρησιμοποιηθεί για θεραπεία στον αρχαίο κόσμο. Ο Φρόιντ έκανε χρήση των ονείρων για θεραπεία όχι για το σκοπό εντοπισμού οργανικών ασθενειών μη ανιχνεύσιμων με συνήθη εξέταση, ούτε για να θεραπεύσει με θεραπευτικές εικόνες. Τα χρησιμοποίησε για να αποκαλύψει μέσω του συσχετισμού των ιδεών και της ανάλυσης τα αντιμαχόμενα συμπλέγματα και τις απωθήσεις οι οποίες εμποδίζουν την ανάπτυξη της προσωπικότητας. Στην εποχή του Φρόιντ, και ιδιαίτερα μεταξύ των πλουσίων γυναικών που αποτελούσαν την πλειοψηφία των ασθενών του, η απώθηση ήταν σεξουαλικού τύπου. Αυτός είναι ο λόγος που στο συμπέρασμα των ονειρικών αναλύσεων ο Φρόιντ ανακάλυπτε τόσο συχνά σεξουαλικές έννοιες, αν και διαμαρτυρήθηκε πολύ έντονα εναντίον των κατηγοριών ότι βασανιζόταν με έμμονες ιδέες με το σεξ, οι οποίες κακόβουλα εκτοξεύονταν εναντίον του. Αντιλαμβανόταν πάντα ότι τα όνειρα μπορούν να έχουν μη-σεξουαλικές αιτίες, τέτοιες όπως η πείνα ή η δίψα.

 

Η Ερμηνευτική Τεχνική του Φρόιντ

Η φροϊδική τεχνική ερμηνείας ονείρων δεν είναι διαφορετική από εκείνη των αρχαίων: η διαφορά είναι ότι αντί να προσφεύγει στο συσχετισμό ιδεών του ερμηνευτή, απευθύνεται σε εκείνες του ίδιου του ονειρευόμενου. Αυτό έχει πάνω από όλα το προσόν να εκφράζεται σε μια νέα γλώσσα, η οποία είχε νόημα στο σύγχρονο άνθρωπο. Στα αποκρυπτογραφούμενα όνειρα ο Φρόιντ μίλησε για ένα «εκδηλωμένο περιεχόμενο» και ένα «λανθάνον περιεχόμενο». Το εκδηλωμένο περιεχόμενο είναι η μνήμη που συγκρατεί η συνείδηση για ένα όνειρο στο ξύπνημα. Το λανθάνον περιεχόμενο είναι κάτι το οποίο είναι μεταμφιεσμένο αλλά που μπορεί να ξεσκεπαστεί μέσω ανάλυσης. Αυτό γίνεται δυνατό όταν τοποθετείς τον εαυτό σου σε μια δεκτική κατάσταση. Πρέπει να απομονώσεις κάθε σκηνή του ονείρου, κάθε λεπτομέρεια του ονείρου, να αποδεσμεύσεις καθετί που καθεμία από αυτές προτείνει, ακόμη και εάν είναι ολοκληρωτικά αποκρουστική, γκροτέσκ ή ανήθικη. Ο κανόνας του παιχνιδιού, όπως και για όλη τη διαδικασία της ανάλυσης, είναι «η αλήθεια και τίποτε άλλο παρά η αλήθεια». Σύμφωνα με τον Φρόιντ, το λανθάνον περιεχόμενο μόνο είναι που μπορεί να αποκαλύψει τη σημασία των ονείρων.

Γιατί, μπορεί κάλλιστα να ρωτήσει κανείς, πρέπει να υπάρχει ένα λανθάνον και ένα εκδηλωμένο περιεχόμενο; Είναι δυνατό, φυσικά, να υιοθετήσουμε τη στάση ότι «είναι μόνο ένα όνειρο»: τα όνειρα συνεπώς θα ήταν παράλογα και ασήμαντα. Ο Φρόιντ κράτησε την αντίθετη στάση σε αυτήν την αποστειρωμένη άποψη. Είχε την άποψη ότι όλα τα όνειρα έχουν σημασία, ακόμη και εάν δεν μπορούσε να βρει οποιαδήποτε έννοια σε μερικά από αυτά. Για να εξηγήσει την ύπαρξη ενός κρυμμένου περιεχόμενου και ενός εκδηλωμένου, ανέπτυξε μια θεωρία αντίστασης και λογοκρισίας. Αυτές οι ιδέες γεννήθηκαν όχι τόσο από τη μελέτη των ονείρων, όσο από εκείνη των νευρωτικών φαινομένων, ιδιαίτερα της υστερίας. Κατά τη διάρκεια της θεραπείας νευρώσεων, ο Φρόιντ μπόρεσε να στηρίξει ότι οι υστερικοί γνωρίζουν «ολόκληρη την αλήθεια» σε ένα ασυνείδητο επίπεδο αλλά αρνούνται, ή είναι ανίκανοι να το παραδεχθούν. Αυτός παρομοίασε το όνειρο με ένα νευρωτικό φαινόμενο. Το εκδηλωμένο περιεχόμενο το απέδωσε σε μια αντίσταση η οποία εμποδίζει το λανθάνον περιεχόμενο από το να αποκαλυφθεί. Εδώ είναι που ασκείται «λογοκρισία». Η τελευταία επιβάλλεται από εκείνη την ώρα και προς τα εμπρός σε ένα «έργο ονείρου» με την οποία το λανθάνον μεταμφιέζεται στο εκδηλωμένο. Το έργο ονείρου λειτουργεί μέσω διαδικασιών λίγο-πολύ γνωστών στους αρχαίους. Καταρχήν υπάρχει μια διαδικασία που ονομάζεται ταύτιση και η οποία συνδέεται συχνά με ένα παιχνίδι λέξεων, ένα λογοπαίγνιο, ή λεκτική παρήχηση. Ο ίδιος ο Φρόιντ αφηγήθηκε το όνειρο ενός ασθενή το οποίο ονόμασε «όμορφο παράδειγμα των λεκτικών γεφυρών που διασχίζονται από τα μονοπάτια που οδηγούν στο υποσυνείδητο[15]. Μια νεαρή γυναίκα ανήσυχη για το γάμο της που πλησίαζε, ονειρεύτηκε ότι διευθετούσε μια ανθοδέσμη, μεταξύ των λουλουδιών ήταν βιολέτες, ως το κεντρικό κομμάτι για το τραπέζι. Ο Φρόιντ ανίχνευσε ένα σημαντικό παιχνίδι λέξεων ανάμεσα στο «λουλούδια» και το «διακόρευση», όπως επίσης ανάμεσα στο «βιολέτες» και το «βιάζω».

«Μετατόπιση» είναι το όνομα για μία άλλη διαδικασία στην οποία η έμφαση μετατοπίζεται από ένα σύμβολο ή φιγούρα σε ένα άλλο πιο «ουδέτερο» στο όνειρο. Ας πούμε ότι έχετε μια ασθένεια που προτιμάτε να μην τη σκέφτεστε. Το όνειρό σας μπορεί να την παρουσιάσει με τη μορφή μιας γυναίκας με καρκίνο του λάρυγγα. Ακόμη μία άλλη διαδικασία έχει ονομαστεί προβολή. Έχετε κάνει κάτι άτιμο και στο όνειρό σας αυτή η πράξη αποδίδεται όχι σε εσάς, αλλά σε κάποιον από τους αντιπάλους σας ή σε κάποιον τον οποίο αντιπαθείτε.

Εάν η φροϊδική περιγραφή της λειτουργίας των ονείρων φαίνεται ικανοποιητική, πράγματι φανερή σε πολλές περιπτώσεις, η ερμηνευτική τεχνική προσφέρεται για πολλή συζήτηση όσο η ίδια η θεωρία. Από τη μία, ο Φρόιντ υποστήριξε ότι όλα τα όνειρα είναι η έκφραση μιας επιθυμίας, ακόμη και εάν είναι μαζοχιστική, και από την άλλη ότι η πρωταρχική τους λειτουργία είναι να αποτελεί τον φύλακα του ύπνου. Το όνειρο ήταν μια παραισθησιακή αντίληψη μιας επιθυμίας που η πραγματικότητα ή η προκατειλημμένη ηθική εμπόδισε να ικανοποιηθεί. Αυτή η παραισθησιακή αντίληψη επέτρεπε να ξετυλιχθεί στον ύπνο η επιθυμία δίχως φραγμούς ή δυσκολίες.

 

Η Φωνή του 'Aλλου

Ο Καρλ Γκ. Γιουνγκ (1875-1961), παίρνοντας μια διαφορετική άποψη, έδειξε ότι τα όνειρα αναστατώνουν τον ύπνο τόσο συχνά όσο τον προστατεύουν. 'Aλλες αυθεντίες έχουν υπερασπιστεί ότι ένα όνειρο είναι λιγότερο η αντίληψη μιας επιθυμίας παρά η έκφρασή της. Το να πίνετε σε ένα όνειρο δε σβήνει τη δίψα σας. Πρέπει να πιείτε όταν ξυπνήσετε.

Αλλά εάν τα όνειρα έχουν άλλες λειτουργίες από εκείνες που τους αποδίδει ο Φρόιντ, ποιες είναι αυτές; Τι σκοπό εξυπηρετούν; Ο Γιουνγκ αντί να ζητά να μάθει τις αιτίες των ονείρων προτιμούσε να διερευνά το σκοπό τους. Ανίχνευσε ένα εκπληκτικό χάσμα στη φροϊδική προσέγγιση: η τελευταία ξέφευγε από την ανάγκη να εξετάσει την εκδηλωμένη δομή του ονείρου υπό την πρόφαση ότι ήταν μόνο μία «πρόσοψη». Αλλά τι θα ήταν ένα σπίτι χωρίς την πρόσοψη;

Για τον Γιουνγκ, τα όνειρα είναι ένα είδος αμερόληπτης φωτογράφησης της ασυνείδητης ζωής, της αναπλήρωσης της ορθολογιστικής μας όρασης των πραγμάτων, η φωνή του «άλλου» μέσα μας. Αλλά αυτή η φωνή χρησιμοποιεί μια γλώσσα η οποία είναι παράξενη ή χαμένη για εμάς. Είναι μια γλώσσα η οποία είναι σημαντική να αποκρυπτογραφηθεί, όχι επειδή εκ προθέσεως κρύβει κάτι αλλά περισσότερο επειδή είναι αρχαϊκή, συμβολική, ορατή. Και αφότου η υποσυνείδητη ζωή δεν είναι στατική, τα όνειρα επίσης εκφράζουν ένα μοτίβο αναζήτησης, μια έρευνα μέσα στο μέλλον.

Ο Γιουνγκ πίστευε ότι τα όνειρα ανοίγουν στο άτομο τα μονοπάτια του μέλλοντος, κρυμμένα από το συνειδητό του νου. Αυτός είναι ο λόγος που επισύναψε λιγότερη σημασία στη μελέτη ενός μοναδικού ονείρου παρά σε αυτά μιας σειράς. Αυτές οι σειρές ονείρων αποκάλυπταν τις γραμμές δύναμης του ασυνείδητου. Μέσω αυτού που ονόμαζε «διαδικασία εξατομίκευσης» παρακινούσε το άτομο να ενοποιήσει τα άγνωστα τμήματα της προσωπικότητάς του και ως εκ τούτου να επιτύχει τον Εαυτό, ή ολοκλήρωση. Αυτή είναι η αιτία που αντιπαραθέτει την «αναγωγική» και την αιτιολογική ανάλυση των ονείρων τις οποίες αποδίδει στον Φρόιντ με μια «ενισχυτική», που προσφεύγει στη δημιουργική φαντασία. Ο Γιουνγκ προσδίδει περισσότερη σημασία από τον Φρόιντ σε αυτό που ο δεύτερος είχε ονομάσει σταθερά ή παγκόσμια σύμβολα και σε αυτά που ο Γιουνγκ ονόμασε «αρχέτυπα», ανήκουν λιγότερο στο στρώμα του ασυνείδητου του ατόμου και περισσότερο στο συλλογικό ασυνείδητο. Ο Φρόιντ είχε ήδη παρατηρήσει ότι τα όνειρα περιέχουν σταθερά στοιχεία, μη αποσπασμένα από την τεχνική της ανάλυσης με το συσχετισμό των ιδεών, ακριβώς όπως επίσης υπάρχουν ορισμένοι τύποι ονείρου, όπως οι σεισμοί, το τέλος του κόσμου, νυχτερινά θαλάσσια ταξίδια. Ακόμη πιο απλά, γύμνια, απώλεια δοντιών, τρένα που χάνουμε, ή θάνατος. Ο Γιουνγκ αναζητούσε τη σημασία αυτών των γενικών συμβόλων, όχι μόνο στα πεδία στα οποία ο Φρόιντ είχε ήδη ερευνήσει αλλά και στη μελέτη της συγκριτικής μυθολογίας και θρησκειολογίας. Από εδώ και στο εξής αυτά τα αρχέτυπα θα βοηθούσαν να φέρουν στο φως την παγκόσμια διάσταση των ατομικών προβλημάτων.

Ο Φρόιντ αρνιόταν ότι τα όνειρα μπορούν να αποκαλύψουν το μέλλον, κι ότι όλες οι ρίζες τους είχαν βρεθεί, σύμφωνα με αυτόν, στο παρελθόν. Ωστόσο, αναγνώριζε ότι «το όνειρο μπορεί να μας οδηγήσει μέσα στο μέλλον αφού δείχνει την αναγνώριση των επιθυμιών μας. Αλλά αυτό το μέλλον το οποίο είναι παρόν για τον ονειρευόμενο, διαμορφώνεται από άφθαρτη επιθυμία προς την εικόνα του παρελθόντος». Ο Γιουνγκ έχει ερμηνευτεί με ελαφρώς διαφορετικούς τρόπους, αν και η θεωρία του της αξίας των ονείρων σε αυτήν την άποψη δε διαφέρει πολύ από εκείνη του Φρόιντ. Σε σχέση με τα τηλεπαθητικά όνειρα, ο Φρόιντ ήταν λιγότερο επιφυλακτικός. Αλλά είναι σημαντικό ότι δε διάλεξε να εκδώσει τα συμπεράσματα στα οποία είχε φθάσει κατά τη διάρκεια της ζωής του. Ο Γιουνγκ επιβεβαίωνε με σθένος την πραγματικότητα των τηλεπαθητικών φαινομένων, τα οποία ονόμαζε «συγχρονικότητα»[16], ενώ την ίδια στιγμή τόνιζε τη δυσκολία του να βρει μία ικανοποιητική θεωρία για να την εξηγήσει. Ορισμένοι ψυχαναλυτές έχουν παρατηρήσει φαινόμενα τηλεπαθητικής ή μαντικής φύσης που συχνά προκύπτουν κατά τη διάρκεια ψυχαναλυτικών θεραπειών.

 

Τα Κοτόπουλα Ονειρεύονται Μέσα στο Αυγό

Στη δεκαετία του πενήντα οι Αμερικανοί φυσιολόγοι Κλάιντμαν (Kleitman) και Ντέμεντ (Dement) επιχείρησαν να διαμορφώσουν μια «αντικειμενική» μέθοδο για τη μελέτη των ονείρων. Ειδικευμένοι στη φυσιολογία του ύπνου, επανακάλυψαν αυτά που οι ινδουϊστικές πραγματείες περιέγραψαν 3000 χρόνια πριν. Την ύπαρξη δύο διαφορετικών καταστάσεων ύπνου. Η μία, προικισμένη με όνειρα, η άλλη στερημένη από αυτά. Η διάκριση μεταξύ του ύπνου με όνειρα και του βαθέως ύπνου έγινε φανερή χάρη στην ανακάλυψη των γρήγορων κινήσεων του ματιού. Αυτές συμβαίνουν την ίδια ώρα όπως τα όνειρα που θυμόμαστε και στα οποία αναφερόμαστε σαν «REMs» (Rapid Eye Movements). Οι Αμερικανοί φυσιολόγοι μπόρεσαν επίσης να δείξουν ότι ο καθένας ονειρεύεται, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που ισχυρίζονται ότι ποτέ δεν ονειρεύονται. Αυτοί έδειξαν ότι τα όνειρα όχι μόνο γίνονται φανερά κατά τη διάρκεια ορισμένων περιοδικών φάσεων του ύπνου αλλά και ότι αυτές οι φάσεις λιγοστεύουν με την ηλικία. Στα νεογέννητα βρέφη το 80% του συνολικού ονειρευόμενου χρόνου καταλαμβάνεται με όνειρα, πέφτοντας στο 35-40% στα παιδιά και 20-30% στους ενήλικες. Αυτό φαίνεται να δείχνει ότι τα όνειρα, εκτός του ότι είναι μόνο τα υπολείμματα των αναμνήσεων της προηγούμενης ημέρας, όπως είχε ισχυριστεί ο Φρόιντ, βρέθηκαν να δεσπόζουν σε μια εποχή όταν αυτές οι μνήμες δεν υπάρχουν. Στην περίπτωση των κοτόπουλων, ήταν φανερά φυσιολογικά τα σημάδια των ονείρων ακόμη και πριν την εκκόλαψη του αυγού και στην περίπτωση των μικρών γατιών πριν ανοίξουν τα μάτια τους. Όλα αυτά προτείνουν ότι τα όνειρα συμβαίνουν πριν η ατομική μνήμη να είναι ικανή να τα θρέψει.

Τα πειράματα που διεξήχθησαν από τους Νεμέντ και Κλάιντμαν το 1959 αποδείχθηκαν ακόμη σημαντικότερα. Αυτοί εμπόδισαν θέματα από όνειρα ξυπνώντας τους όταν τα μάτια τους άρχισαν να κινούνται. Αυτοί οι άνθρωποι εξέθεσαν τέτοια ανησυχητικά ψυχωτικά χαρακτηριστικά που τα πειράματα έπρεπε να διακοπούν. Εν τω μεταξύ οι φυσιολόγοι σκέφτηκαν ότι είχαν ανακαλύψει την «έδρα» των ονείρων, ή αυτό που προτιμάμε να ονομάζουμε «σταθμό αναμετάδοσής» τους στο πιο πρωτόγονο τμήμα του εγκεφάλου. Στη Γαλλία, ο Δρ Ζουβέ (Jouvet) και οι συνάδελφοί του στη Λυών στήριξαν επίσης ότι η παρεμπόδιση των ονείρων στα ανθρώπινα όντα κατέληγε σε ανησυχητικά ψυχωτικά συμπτώματα, και παρήγαγε θάνατο «ενώ ήταν σε τέλεια υγεία» σε γάτες και αρουραίους. Έφθασαν στο συμπέρασμα ότι τα όνειρα είναι μια ουσιαστική λειτουργία της ζωής και ήταν λιγότερο επικίνδυνο να υποστεί κανείς πείνα και δίψα παρά να αποστερηθεί τα όνειρα.

Έτσι, επέστρεψαν μέσω των εργαστηριακών πειραμάτων τους στην πίστη του Γιουνγκ και άλλων, ότι το όνειρο εκφράζει μια αυτορυθμιστική και επανορθωτική λειτουργία του οργανισμού. Τα όνειρα είναι απαραίτητα στη ζωή. Πράγματι, οι φυσιολόγοι του ύπνου δεν μπορούν να μας παρέχουν έναν οδηγό στη σημασία των ονείρων γενικών ή ιδιαίτερων ονειρικών εικόνων. Από αυτή την άποψη η αναλυτική και συμβολική μέθοδος παραμένει προνομιακή. Αλλά εκτός από την πιθανότητα ότι οι φυσιολόγοι μπορεί μια ημέρα να το επιτύχουν αυτό, είναι ουσιαστικό να καταλάβουμε ότι οι ανακαλύψεις τους χτυπούν τη ρίζα όλων των φροϊδικών απόψεων και ρίχνουν φως στη γενική λειτουργία του ονείρου με έναν αξιοσημείωτο τρόπο. Αυτή η λειτουργία δεν μπορεί με κανένα τρόπο να είναι η αντίληψη μιας ιδιαίτερης επιθυμίας, αφότου είναι στο απόγειό της στη βρεφική ηλικία, δηλαδή σε μια εποχή όπου η επιθυμία δεν έχει ακόμη γεννηθεί και όταν τα όνειρα δεν μπορεί να είναι τίποτε άλλο παρά η έκφραση μιας προγονικής επιθυμίας η οποία μειώνεται με την ηλικία. Το γεγονός ότι η «έδρα» των ονείρων μπορεί να βρίσκεται στο πλέον πρωτόγονο τμήμα του εγκεφάλου και όχι στον εγκεφαλικό φλοιό, επιβεβαιώνει τις προγονικές, κληρονομικές και συλλογικές βάσεις του ονείρου, τις οποίες ο Φρόιντ βρήκε τόσο δύσκολο να παραδεχθεί.

 

Σημειώσεις

[1]. Βλ. Paul Radin 2006, Πρωτόγονη Θρησκεία, Ιάμβλιχος, Αθήνα, 2006, 172.
[2]. Barnett-Tylor, Edward 1871, Primitive Culture: Researches into the Development of Mythology, Philosophy, Religion, Art and Custom, London, 77-79.
[3]. Bryan, Betsy 1991, The Reign of Thutmose IV, The Johns Hopkins University Press, Baltimore, 5.
[4]. De Shong Meador, Betty 2001, Lady of Largest Heart: poems of the Sumerian high priestess Enheduanna, University of Texas Press, 66.
[5]. Lewis, James R and Evelyn Dorothy Oliver 2009, The Dream Encyclopedia, Visible Ink Press, 92.
[6]. Γένεση, κεφ. 28.
[7]. Γένεση, κεφ. 40 και 41.
[8]. Ιλιάδα, βιβλίο 2.
[9]. Ιλιάδα, βιβλίο 23.
[10]. Ματθαίος, 1.20.
[11]. Ματθαίος, 2.
[12]. Ματθαίος, 27.19.
[13]. Πράξεις Αποστόλων, 10.9.
[14]. Πράξεις Αποστόλων, 26.9.
[15]. Βλ. Σίγκμουντ Φρόιντ, Η Ερμηνεία των Ονείρων, Εκδόσεις Επίκουρος, 1995.
[16]. Κ. Γκ. Γιουνγκ, Συγχρονικότητα: Ο αόρατος κοσμικός ιστός, Εκδόσεις Ιάμβλιχος, 2005.

 

Σύνδεση με τα 'Αρθρα

 Άρθρο του e-zine: Όνειρα και Θρησκευτικό Ένστικτο.
Άρθρο του e-zine: Δοκιμές στην Ερμηνεία των Ονείρων.


Μτφρ Ε.Τ.Α.