Τέχνες - Πολιτισμός

Γκράφιτι, η Ανατρεπτική Τέχνη του Δρόμου

Το γκράφιτι είναι ίσως το πιο επαναστατικό ρεύμα τέχνης της εποχής, με τη δική του καλλιτεχνική οντότητα στο παγκόσμιο πολιτιστικό σκηνικό και εκπροσώπους που ξεσηκώνουν θύελλα αντιδράσεων, καθώς κάθε νέο τους έργο-«αποτύπωμα» ταράζει τα νερά της κατεστημένης τάξης.

1

Έργο του Taxis εμπνευσμένο
από τη μυθολογία.

Γκράφιτι είναι γενικός όρος που σήμερα χρησιμοποιείται για κάθε τι που γράφεται η σχεδιάζεται παράνομα: Μπορεί να είναι ο «βομβαρδισμός» (bombing) των τοίχων μιας ολόκληρης περιοχής, εν ριπή οφθαλμού με «tags» (υπογραφές)[1], ή να είναι συνθήματα σε τοίχους, τρένα, στάσεις, πινακίδες κυκλοφορίας, παγκάκια, οπουδήποτε! Mπορεί να είναι άτεχνες μουτζούρες-απόπειρες «tag», αποτυπώματα με στένσιλ, στίκερς (αυτοκόλλητα συνήθως με tags), μα και πολύπλοκες χρωματικές συνθέσεις (Burners) ή μεγάλα εικαστικά έργα (Masterpieces) που δεσπόζουν στους δρόμους.

Το γκράφιτι είναι μέρος της τέχνης του δρόμου (street art) που περιλαμβάνει κάθε είδους δημιουργία που γίνεται στο δημόσιο χώρο, έχει εικαστικό χαρακτήρα και περιλαμβάνει από γκράφιτι, μέχρι γλυπτική δρόμου, παρεμβάσεις σε δημόσια αντικείμενα κ.ά.

Απεικονίζει συνθέσεις με μυθολογικά πλάσματα, φανταστικούς ήρωες, τερατόμορφα όντα, λυπημένους χαρακτήρες, ρεαλιστικά πορτρέτα, χαρούμενες φιγούρες, πολιτικά σχόλια, περίτεχνες χρωματιστές υπογραφές. Κάποιες φορές πρόκειται για υπέροχα έργα, εξαιρετικά δείγματα εικαστικής τέχνης που ομορφαίνουν το αστικό τοπίο.

2

 Street art γλυπτό του Michael Beitz.

Πρόκειται για μια τέχνη που σχολιάζει τη σύγχρονη κοινωνία και τον σύγχρονο τρόπο ζωής. Διαμαρτύρεται για την καταστροφή του πλανήτη από τον άνθρωπο, καυτηριάζει την ματαιότητα του καταναλωτισμού, ανησυχεί για την μοναξιά, για την επίδραση που ασκούν στη σκέψη μας τα ΜΜΕ, διαμαρτύρεται για την έλλειψη πραγματικής επικοινωνίας. Και προτείνει την βαθύτερη επαφή με τον εαυτό, διεκδικεί το όνειρο, οραματίζεται την ουτοπία, διεκδικεί έναν κόσμο πιο δίκαιο, πιο ουμανιστικό στον οποίο οι θεμελιώδεις αξίες της ζωής θα ρυθμίζουν τη λειτουργία της κοινωνίας.

Το γκράφιτι γοητεύει πολύ το νεαρό πληθυσμό, έτσι μαζί με την hip hop μουσική, το skateboard, το ακροβατικό, bmx, ποδήλατο και το parkour, συνθέτουν μια νεανική κουλτούρα δρόμου. Όμως δεν περιορίζεται μόνο σε αυτά καθώς αγγίζει κάθε ηλικία και απλώνεται σε μια ανεξάντλητη θεματολογία, με κοινή συνιστώσα: το αίτημα για εξέλιξη προς μια ελεύθερη ανθρώπινη κοινότητα με εξυψωμένη συνείδηση. Οι γκραφιτάδες (writers) θα μπορούσε να πει κανείς ότι είναι οι σύγχρονοι ρομαντικοί ποιητές των τοίχων.

 

Πηγαία Ώθηση: το Βαθύτερο Αίτιο του Γκράφιτι

Η ανάγκη που γέννησε το γκράφιτι έχει ρίζες βαθιά στο χρόνο. Ξεκινά από πολύ παλιά, όταν άνθρωποι πήραν χρωματιστό πηλό στα χέρια και σχεδίασαν πρόχειρα στον τοίχο της σπηλιάς ένα βουβάλι. Αντίστοιχα σήμερα, οι σύγχρονοι άλλοι, εφοδιασμένοι με χρώματα ζωγραφίζουν παράνομα τα βράδια στους τοίχους κάθε πόλης.

Τα ίχνη στα σπήλαια όπως της Αλταμίρα έχουν κάτι κοινό με τα γκράφιτι στους τοίχους των πόλεων: και τα δύο περιέχουν τη βαθιά παρόρμηση του καλλιτέχνη να πει: «Είμαι εγώ!»

«Θέλω να πω ειδικά για αυτούς που “βάζουν” το όνομά τους ότι είναι σα να λένε, είμαι κι εγώ εδώ, πέρασα κι εγώ από εδώ.
Να η ταυτότητά μου, το ίχνος μου!»
[2].

3

 Γκράφιτι του Μπάνκσυ.

Υπάρχει όμως μια διαφορετικότητα ανάμεσα στο σπηλαιογράφημα και τη ζωγραφική στους τοίχους της πόλης αφού ξεκινούν από διαφορετική συνειδησιακή αφετηρία.

Εκείνος που ζωγραφίζει παράνομα στον τοίχο και ρισκάρει να βρεθεί αντιμέτωπος με την συνέπεια του νόμου, κάνει μια ενσυνείδητη πράξη.

Θέλει να αποτυπώσει κάτι που θεωρεί σημαντικό για τον ίδιο, κάτι που πάει κόντρα στον παρόντα κόσμο και τις διαμορφωμένες κοινωνικές συνθήκες. Ασφυκτιά κι αρνείται να συμβιβαστεί με τον συνήθη τρόπο ζωής που θεωρεί επιφανειακό, υποκριτικό, σκληρό, καταστροφικό για τον άνθρωπο και τον πλανήτη. θέλει να αλλάξει το τρόπο που λειτουργεί η κοινωνία! Ο «γκραφιτάς» φλέγεται από ισχυρή ενόρμηση. Αυτό που θέλει να πει, εκφράζει την αγωνία για εξέλιξη. Μέσα από αυτό, η ύπαρξή του περνά σε ένα νέο επίπεδο αντίληψης και τοποθετεί τον εαυτό συνειδητά στο κόσμο. Επιχειρεί να τον αλλάξει, να τον αναδιαμορφώσει. Χρησιμοποιώντας την τέχνη του θέλει να μοιραστεί την ώθηση που νιώθει, θέλει να επικοινωνήσει με άλλους, που πιθανά νιώθουν παρόμοια. Αυτό του δίνει την ορμή για δράση. Παίρνει αυτόκλητα, κατά κάποιο τρόπο, τον ρόλο του ήρωα και πάει κόντρα στο σύστημα όπου εκφράζει την αμφισβήτησή του και τις προτάσεις του εικαστικά, σε όποια ελεύθερη επιφάνεια βρει που τον εμπνέει να αποτυπώσει το έργο του.

Η πρόθεσή του απλώνεται από την αυθόρμητη αντίδραση στους νόμους με το να γράψει το όνομά του κάπου απαγορευμένα, ως την στρατευμένη, συνειδητή, εναντίωση στο κατεστημένο. Έτσι μπορούμε να πούμε ότι ο σύγχρονος γκραφιτάς έχει εξελίξει το «είμαι εγώ» σε «είμαι εγώ και θέλω να βελτιώσω τον κόσμο».

Όπως λένε και οι ιδρυτές του Design Wars Exhibition Center Νίκος και Σίμος:

«Το γκράφιτι και η street art ανήκουν στην πλευρά της αλλαγής, της αντίδρασης! Μοιραία, και όσο αυξάνονται τα προβλήματα, είναι πολύ λογικό να βλέπεις κάποιον στον δρόμο να το εκφράζει αυτό. Έχουμε μεγάλη δύναμη. Αν βγούμε αύριο όλοι οι γκραφιτάδες και οι street artists και γράψουμε ένα μήνυμα, σε έναν μήνα θα το ξέρει όλη η Αθήνα. Δεν θα καταλαβαίνει πώς το ξέρει, απλώς θα περνάει με το αμάξι και θα το χαζεύει, όπως π.χ. το λόγκο της Coca-Cola. Ζούμε σε μια κοινωνία στην οποία είμαστε ζόμπι, λειτουργούμε όλοι στον αυτόματο. Αν δεις κάτι που μπορεί να σε βγάλει από αυτόν το λήθαργο, ότι και να είναι, καλό είναι. Θέλουμε το γκράφιτι να απευθυνθεί σε μεγαλύτερο κοινό. Και είναι κάτι που αξίζει να βγει προς τα έξω, γιατί έχει να δώσει πολλά στον κόσμο. Δεν έχει να πάρει. Και αν το καλοσκεφτείς, ότι κάνουμε τώρα, κάτι μας παίρνει, ενώ το γκράφιτι μας δίνει. Μας δίνει σκέψη, κάτι ωραίο»[3].

4
Συνθήματα-γκράφιτι  γραμμένα
σε τοίχους μπορούν να διεγείρουν
 συνειδησιακά ερωτηματικά.

Το γκράφιτι πρωτοεμφανίζεται τη δεκαετία του ’70 στη Νέα Υόρκη όπου εμφανίζεται σχεδόν παντού, γραμμένο με σπρέι το: «ΤAKI 183». Επρόκειτο για την υπογραφή (tag) ενός νεαρού ελληνοαμερικανού ταχυδρόμου: Taki από το πλήρες όνομά που είναι Dimitrakis και 183 γιατί κατοικούσε στην 183η οδό. Όλη η πόλη τότε γέμισε με TAKI 183. Παντού! Σε σταθμούς τρένων, συρμούς μετρό, στάσεις, τοίχους, κτίρια, πινακίδες, ανελκυστήρες. Παντού! Δεν πρέπει να υπήρχε, εκείνη την περίοδο, νεοϋορκέζος που να μην το είχε προσέξει. Μέχρι και οι New York Times κυκλοφόρησαν στις 21 Ιουλίου του 1971 πρωτοσέλιδο με θέμα τον «ΤΑΚΙ 183».

Το γκράφιτι διαδόθηκε γρήγορα από πόλη σε πόλη, και από χώρα σε χώρα και εξελίχθηκε. Έγινε κυρίαρχος τρόπος έκφρασης, κυρίως σε υποβαθμισμένα προάστια μεγαλουπόλεων και γρήγορα απέκτησε, κοινωνικό και πολιτικό περιεχόμενο.

Υπάρχουν φορές που τα βλέπουμε «πατημένα» σε τόσο παράδοξα σημεία της πόλης, που μοιάζει να τα έχει δημιουργήσει κάποιος με υπεράνθρωπες δυνατότητες, ένας σουπερήρωας. Άλλοτε πάλι, πρόκειται για έργα τόσο μεγάλων διαστάσεων, που μοιάζει αδύνατο να έχει προλάβει κάποιος να τα ζωγραφίσει σε λίγες μόνο νυχτερινές ώρες.

Από τα πρώτα άτεχνα «tag» (υπογραφές), φτάσαμε σήμερα σε έργα αριστουργήματα και κάποια είναι στολίδια των πόλεων. Έργα που εκπλήσσουν κατασκευαστικά, που εκδηλώνουν ιδιαίτερα οξύ πνεύμα και μεταφέρουν μηνύματα που ξαφνιάζουν, μας ωθούν να συλλογιστούμε, έστω και στιγμιαία, έξω από τα καθιερωμένα πλαίσια.

 

Είναι το Γκράφιτι «Βανδαλισμός»;

Το γκράφιτι είναι παράνομο! Οι τοπικές αρχές το θεωρούν βανδαλισμό, το κυνηγούν και αυτό είναι ένα θεμελιακό του χαρακτηριστικό. Το τι θεωρεί όμως βανδαλισμό και τι εικαστική παρέμβαση ένας «γκραφιτάς», είναι μια πρόκληση τόσο για τον ίδιο, όσο και για τους πολίτες μιας πόλης. Το θέμα απαιτεί διάλογο, σκέψη, διάκριση. Ο καλλιτέχνης αποφασίζει πως θα εφαρμόσει τον άγραφο νόμο του γκράφιτι που λέει όχι στον βανδαλισμό! Στον βανδαλισμό έτσι όπως τον εννοούν οι δημοτικές αρχές και ο αστικός καθωσπρεπισμός, ή με την κριτική ματιά, που εγείρει ενεργή στάση σε κοινωνικοπολιτικά και άλλα υπαρξιακά ζητήματα;

5

Από διαφήμηση αναψυκτικού: «Αγάπη»
...για το κέρδος συμπληρώνει το γκράφιτι.

Οι «γκραφιτάδες», ισχυρίζονται ότι ο δικός τους βανδαλισμός είναι πολύ πιο ανώδυνος από τον βανδαλισμό που «νόμιμα» διαπράττουν οι διαφημιστικές εταιρείες. Έναν βανδαλισμό που στον βωμό του χρήματος διεισδύει βαθύτερα στους ανθρώπους, από ότι μια ζωγραφιά στους τοίχους, ενώ καθορίζει μαζικά πρότυπα ζωής, υπαγορεύει πλαστές καταναλωτικές ανάγκες και διαμορφώνει μια κοινωνία «υπνωτισμένων» καταναλωτών. Στοχεύει στο να μας μαζεύει σαν κοπάδι στο μαντρί της «τάξης και ασφάλειας», της καταναλωτικής μανίας.

Η κόντρα «γκραφιτάδων» και διαφημιστικών εταιρειών είναι αποτυπωμένη στους τοίχους της πόλης. Το γκράφιτι και η διαφήμιση είναι άσπονδοι εχθροί σε διαρκή πόλεμο.

«Να γιατί σας μίλησα για μια τρομακτική ας πούμε αδικία». Αναφέρει ο Μ. Στεφανίδης. «Κυνηγάμε το γκράφιτι και επιτρέπουμε όλη αυτή την παράνομη και συγχρόνως χυδαία και άκρως επικίνδυνη –αποσπά και το ενδιαφέρον ή την προσοχή των οδηγών- διαφήμιση»[4].

Σε άλλες χώρες οι ποινές για το γκράφιτι είναι πολύ αυστηρές. Στην Ελλάδα έχει διαμορφωθεί μια κοινωνική συνθήκη γενικής ανεκτικότητας, οπότε τα πράγματα δεν είναι τόσο αυστηρά.

Αν συλλάβουν κάποιον επί τω έργω του προσάπτουν την κατηγορία καταστροφής δημόσιας ή ιδιωτικής περιουσίας και η ποινή είναι κακούργημα, 2 χρόνια με αναστολή. Στην πράξη δεν υπάρχει κάποιος που πήγε στη φυλακή, αλλά υπάρχουν πολλοί που πλήρωσαν τσουχτερά πρόστιμα.

6

«Υπάκουε»
Στένσιλ του Σέπαρντ Φέιρευ
(Shepard Fairey).

Σε ανεκτική ή μη κοινωνία οι «γκραφιτάδες», είναι αναγκασμένοι να κινούνται κρυφά τη νύχτα, με ένα σακίδιο γεμάτο υλικά κι εργαλεία στην πλάτη, στις σκιές των δρόμων. Διαθέτουν χρώματα, σχοινιά αναρρίχησης, σκάλες, εργαλεία για βάψιμο κι ό,τι άλλο μπορεί να γεννήσει η εφευρετικότητα, η τρέλα, η ανάγκη που τους ωθεί να εκφραστούν δίνοντας χρώμα, ζωντανεύοντας τους τοίχους της πόλης.

Οι καλλιτέχνες του δρόμου εργάζονται ατομικά ή σε ομάδες (Crew’s) ενώνοντας τις δυνάμεις τους για να φτιάξουν κάτι πολύπλοκο. Φτάνουν πολλές φορές σε ακραίες καταστάσεις. Υπάρχουν καλλιτέχνες που έχουν χάσει την ζωή τους, προκειμένου να φτάσουν ψηλά, σε απόκρημνα σημεία, ή τραυματίζονται κυνηγημένοι από την αστυνομία[6].

Είναι αλήθεια ότι η αδρεναλίνη κάποιες φορές γίνεται κίνητρο για τον «γκραφιτά»! Ο «γκραφιτάς» B. τονίζει μια άλλη διάσταση του γκράφιτι, πιο επικοινωνιακή όπου δεν είναι η αδρεναλίνη το σημαντικό, αλλά η ανάγκη για ζωντανή, θερμή επικοινωνία με ανθρώπους:

«Γενικά έχω ακούσει πάρα πολλές ιστορίες από ανθρώπους που έχουν όρεξη και κάθονται δίπλα ενώ ζωγραφίζω και μου μιλάνε. Και πολλές φορές έχω συγκινηθεί και λέω: Κοίτα, βγήκα και ζωγράφισα και δε με ένοιαζε τόσο αυτό που έκανα αλλά που μου μιλήσανε δέκα άνθρωποι και μπήκα σε έναν άλλο κόσμο»[8].

Αντίστοιχα ο γκραφιτάς Χαρίτωνας Τσαμαντάκης ή «Τουίγιο» σχολιάζει την επίδραση που έχουν τα έργα του στον δρόμο για τον ίδιο:

«Μου άρεσε πολύ να βλέπω τις ζωγραφιές μου στη διαδρομή από το σπίτι στο σχολείο και πίσω. Ένιωθα σαν να μου λέει κάτι δικό μου «καλημέρα», ήταν φανταστικό συναίσθημα. Μέχρι σήμερα το γκράφιτι για μένα αποτελεί ένα από τα καλύτερα εργαλεία για να εκφραστώ, να διασκεδάσω με τους φίλους μου, να πειραματιστώ, να γελάσω, να νιώσω και πολλά άλλα που πραγματικά ζουν και μπορούν να καταλάβουν μόνο όσοι ασχολούνται με το είδος».

Χωρίς το γκράφιτι στους τοίχους, οι πόλεις και ειδικά οι υποβαθμισμένες συνοικίες θα ήταν γκρίζες, με τοίχους μουγκούς, και μόνη επικοινωνιακή πινελιά τα σλόγκαν των διαφημίσεων. Είναι συχνά δύσκολο να ταξινομηθούν στην τέχνη, το βανδαλισμό την οπαδική ή την πολιτική πράξη. Τα γκράφιτι δηλώνουν αμφισβήτηση, ενώ αναδεικνύουν το γεγονός ότι η ζωή μπορεί να είναι ουσιαστική μέσα από την πολυμορφία και την άναρχη εκδήλωσή της.

Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα που συζητήθηκε εκτεταμένα: Ένα πρωινό, αρχές Μάρτη του 2015, οι Αθηναίοι του κέντρου αιφνιδιάστηκαν από το ιδιόμορφο γκράφιτι στο κτίριο του Πολυτεχνείου. Ήταν σκοτεινό, άμορφο, γκρίζο. Καθόλου όμορφο και τεράστιο. Κάλυπτε όλο το κτήριο. Ξεσήκωσε στα ΜΜΕ, στα κοινωνικά δίκτυα αλλά και στις συζητήσεις αντιπαραθέσεις και διχογνωμίες.

7

Το αμφιλεγόμενο γκράφιτι στο Πολυτεχνείο.

Αδιαφορώντας για τα βαθύτερα αίτια που δημιούργησε το γκράφιτι, κάποιοι αγανάκτησαν από το βανδαλισμό του ιστορικού συμβολικού μνημείου της πόλης. Κάποιοι άλλοι υποστήριζαν ότι το συγκεκριμένο έργο εκφράζει την μαυρίλα της εποχής χαρακτηρίζοντάς το, τέχνη. Κάποιοι, άλλοι σχημάτισαν ανθρώπινες αλυσίδες προκειμένου να το προστατεύσουν από τα συνεργεία καθαρισμού. Τεχνικά το έργο έμοιαζε αδύνατο να γίνει σε μια νύχτα. Τελικά σβήστηκε χωρίς να αφήσει ούτε ένα σημάδι καταστροφής.

Προφητικά σχεδόν το 2014, οι New York Times σε συνέντευξη του ΙΝΟ με τίτλο «Ένα γκράφιτι στην Αθήνα ισούται με χίλιες λέξεις δυσφορίας», ανέλυαν τις αιτίες της εξάπλωσης των γκράφιτι σε κάθε γωνιά της πόλης και τις απέδιδαν στις εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες και τα κοινωνικά αδιέξοδα που έχει δημιουργήσει η οικονομική κρίση[10].

 

Οι Τοίχοι της Πόλης: Ελεύθερος Καμβάς σε Διαρκή Αλλαγή

Βεβαίως, δεν είναι όλα τα γκράφιτι αξιόλογα ούτε αισθητικά, όυτε όσον αφορά στα μηνύματά τους. Βλέπουμε συχνά, εν είδη γκράφιτι, οπαδικά συνθήματα του συρμού, εξαιρετικά χαμηλής ποιότητας. Οι διαβάτες των πόλεων αναγκάζονται να βλέπουν πλήθος άθλιων μουτζούρων στους τοίχους. Εννοείται ότι προκαλούν αγανάκτηση! Όμως πέρα από αυτά τα χυδαία, πολλές φορές, συνθήματα στους τοίχους υπάρχει και κάτι ακόμα. Όπως χαρακτηριστικά λέει ο Spike 69:

«Το γκράφιτι για εμένα είναι η δυνατότητα να κάνεις αυτό που θέλεις π.χ. να ζωγραφίσεις κι ας είσαι ατάλαντος, να ζωγραφίσεις χωρίς να σε ενδιαφέρει τι θα πούνε οι άλλοι γιατί ούτως ή άλλως είτε πούνε κάτι αρνητικό είτε κάτι θετικό, εσύ το έχεις κάνει, έχεις περάσει καλά, οπότε είναι ελευθερία έκφρασης σε χρωματιστή μορφή. Είναι παιδικό, ξεκινάει από άσχημο αλλά υπάρχει πιθανότητα να γίνει πανέμορφο.»[11]

Οι τοίχοι είναι ένας πελώριος, ελεύθερος καμβάς που συνεχώς αλλάζει και αποτυπώνεται πάνω του η εξέλιξη τόσο του δημιουργού όσο και του δημιουργήματος καθώς και όλα τα στάδια της δημιουργίας.

Πάνω του βλέπουμε όλα τα έργα ανακατεμένα. Αρχίζοντας από το ψηλάφισμα με την πρώτη πινελιά, πιο σωστά, «tag» στην αποτύπωση της παλέτας του γκράφιτι. Βλέπουμε όλες τις ενδιάμεσες φάσεις εξέλιξης που περνάει ο καλλιτέχνης του δρόμου. Βλέπουμε ακόμη το εξαιρετικό συνεργατικό έργο έμπειρων συνεργείων «γκραφιτάδων», που το κοινό αναμένει. Βλέπουμε την ασχήμια ενός συνθήματος φανατισμένου οπαδού του ποδοσφαίρου. Όλα φανερά! Εκτεθειμένα, ανοιχτά για να κριθούν. Να αξιολογηθούν, είτε ως ανήθικοι βανδαλισμοί, είτε ως διαδικασία καλλιτεχνικής εξέλιξης. Στέκουν εκεί να μας βάλουν σε διαδικασία σκέψης, να μας μάθουν να διακρίνουμε, να μας διδάξουν και να κριθούν συνάμα. Αυτός άλλωστε δεν είναι και ο ψυχαγωγικός ρόλος της τέχνης; Όπως λέει ο SPIKE 69[12]:

«Μπορεί κάποιος να έχει ξεκινήσει, να μην είναι ικανός να γράψει καν όμορφα το όνομά του και σε πέντε χρόνια να είναι “τρελός” καλλιτέχνης. Σε αυτόν θα δώσω τον σεβασμό μου».

8

Eμπνευσμένο από έργο του Άλμπρεχτ Ντύρερ
«Χέρια που προσεύχονται».
Σαν να προσεύχεται ο Θεός για εμάς.
«Crew» Παύλος Τσάκωνας, Μανώλης
Αναστασάκος, Δημήτρης, Μπάμπης και
Θανάσης Κρέτσης.

Παρατηρώντας εκ νέου τα γκράφιτι στους τοίχους, εστιασμένοι στο γεγονός ότι πρόκειται για τα βήματα μιας δημιουργικής διαδικασίας, μήπως τελικά όλη αυτή η «ασχήμια» που βλέπουμε στους δρόμους και προξενείται από νεοσσούς «γκραφιτάδες» είναι ένα μάθημα; Ένα μάθημα τόσο για τους «γκραφιτάδες» όσο και για εμάς; Στην ουσία αντικρίζουμε στους τοίχους έναν καθρέφτη! Ένα καθρέφτη που φανερώνει ποιές είναι οι ανησυχίες της κοινωνίας που αλλάζει διαρκώς, ποιός είναι ο βαθμός εξέλιξής της, ποιά είναι τα θέματα που την απασχολούν, ποιός είναι ο προσανατολισμός και η τάση εξέλιξής της, ποιό είναι το νέο που έρχεται. Και τελικά πως αντιδρούμε, τι νιώθουμε, τι σκεφτόμαστε ο καθένας μας, ατομικά, για όλα αυτά;

Επιπλέον το γκράφιτι ως καλλιτεχνική δραστηριότητα και πράξη με κοινωνικοπολιτική ματιά, έχει νόημα να εξεταστεί ηθικά. Για παράδειγμα, όσον αφορά κάποιους από τους άγραφους κανόνες του, αν παρατηρήσουμε, βλέπουμε την δυναμική τους μπροστά μας ολοφάνερη: γκράφιτι που στέκουν χρόνια αναλλοίωτα, χωρίς να τολμά κανείς να τα πειράξει, καθώς έχουν αξιολογηθεί θετικά από τον κόσμο των γκραφιτάδων. ΄Αλλα που την επόμενη νύχτα κάποιος σχεδιάζει πάνω τους κάτι καινούριο, τα «πατάει». Γιατί; Πως λειτουργούν οι άγραφοι κανόνες, ποιό είναι το ήθος ενός κόσμου που πάει κόντρα στους νόμους και τους αντικαθιστά με άλλους δικούς του; Όπως χαρακτηριστικά λέει ο SPIKE 69[13],

«Το να μην πατάς κομμάτια άλλων είναι άγραφος νόμος που τηρείται, δεν τηρείται. Γιατί στην τελική, μπορεί να θέλεις να πατήσεις του αλλουνού το κομμάτι, μόνο και μόνο για να τον προκαλέσεις ή για να του δείξεις: “Κάνεις συνέχεια τα ίδια”».

 

Εμπόριο Τέχνης, Δούρειος Ίππος για το Γκράφιτι

Το γκράφιτι, ως μορφή τέχνης που έχει μέσα στην φύση του ανατρεπτική ματιά, απαξιώνει την κατεστημένη τέχνη όπως την ξέρουμε μέσα από τα κυκλώματα αγοράς της. Είναι επίσης «θυμωμένο» με όλες τις κοινωνικές συνθήκες που την συνοδεύουν.

SPIKE 69: «Ο δρόμος και το γκράφιτι, είναι για αυτούς που δεν τους δίνεται η δυνατότητα να πάνε σε κάποια σχολή κι έτσι χωρίς πολλά πολλά παίρνουν ένα σπρέι, -που σπρέι είναι πολυτέλεια έτσι; -Εγώ έχω βγει για να γράψω το όνομά μου και με βερνίκι παπουτσιών.»

9

 Πρόσοψη του μουσείου σύγχρονης τέχνης
Tate
Μodern στο Λονδίνο.

Οι νέοι καλλιτέχνες βρήκαν στο γκράφιτι την ευκαιρία να ξεφύγουν από την δυναστική αγορά της τέχνης, έτσι όπως διαμορφώνεται από τις γκαλερί, τα μουσεία και τα εκπαιδευτικά ιδρύματα.

Ιδεολογικά στάθηκαν αντιμέτωποι στο χρήμα, αντιπροτείνοντας ένα αγωνιστικό ήθος αμφισβήτησης του κατεστημένου.

Μεταξύ των καλλιτεχνών γκράφιτι, βρίσκει κανείς συχνά νέους, που είτε δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να στηρίξουν τις σπουδές τους, είτε δεν έχουν πρόσβαση στις δημόσιες σχέσεις και τα λόμπι που προωθούν καλλιτέχνες σε εκθέσεις και γκαλερί. Αυτό τους διαμορφώνει την συνείδηση και ο δρόμος γίνεται για αυτούς μοναδική ευκαιρία και συνειδητή επιλογή. Εκεί έξω μπορούν να εκθέσουν τα έργα και τις απόψεις τους, στους τοίχους της πόλης που είναι συνεχώς ανοιχτοί και προσβάσιμοι σε όλους. Βλέπουν την πόλη σαν ένα μόνιμο εκθεσιακό χώρο ελεύθερο σε κάθε έναν που τολμά κι έχει κάτι να πει.

«Ξεκίνησα από το γκράφιτι γιατί ήταν πιο απλό, πιο φτηνό, να παίρνω σπρέι και στην συνέχεια να πηγαίνω στους τοίχους να εκφράζω αυτό που ήθελα να πω. Επιπλέον, αυτή η γκαλερί ήταν ατελείωτη, δεν έχει περιορισμούς, ούτε ωράρια. Είναι 24 ώρες το 24 ωρο ανοιχτή. Ξεκινάει από την περιοχή μου και εξαπλώνεται σ’ όλη την πόλη»[14].

Καθώς το γκράφιτι εξελίχθηκε κι έδωσε σημαντικά δείγματα υψηλής αισθητικής, καταξιώθηκε στο ευρύτερο κοινό γεγονός που γρήγορα άρχισε να εκφράζεται και σε οικονομικά μεγέθη. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το μήνυμα που έφτασε στην ιστοσελίδα του Μπάνκσυ (Banksy) ενός από τους πιο διάσημους και σημαντικούς καλλιτέχνες γκράφιτι:

«...χωρίς αμφιβολία, τα γκράφιτι που φτιάχνετε στη γειτονιά μου είναι ένας από τους λόγους που έρχονται να μείνουν γιάπηδες και φοιτητές ανεβάζοντας τις τιμές των σπιτιών στα ύψη. Όλοι αυτοί νομίζουν λόγω των γκράφιτι σας, ότι η περιοχή μας είναι της μόδας, έτσι δεν έχουμε την δυνατότητα να αγοράσουμε σπίτι στην γειτονιά που μεγαλώσαμε».

 10
Απόσπασμα από το έργο του crew «CARPE DIEM»
της ΕΛΑΪΣ που χορηγήθηκε από την εταιρία.

Έτσι λοιπόν τα γκράφιτι γρήγορα εντοπίστηκαν από τους κυνηγούς κέρδους ως ένα νέο, πολλά υποσχόμενο προϊόν. Για να αποδώσει όμως κέρδος, πρέπει να ελεγχθεί, να ενταχθεί στις δραστηριότητες των μουσείων και να εισαχθεί στους χώρους των γκαλερί. Δεν άργησαν λοιπόν κρατικοί οργανισμοί, εταιρείες, ιδρύματα και ιδιώτες να παραγγέλνουν γκράφιτι για διακοσμητικούς ή εμπορικούς λόγους. Γκράφιτι πληρωμένο και επί παραγγελία...

Παράλληλα αρκετά μουσεία ανοίξανε στους καλλιτέχνες του δρόμου οργανώνοντας εκθέσεις γκράφιτι. Το 2008, το μουσείο του Λονδίνου Τέϊτ Μόντερν (Tate Μodern), κάλεσε σημαντικούς «γκραφιτάδες» από όλο τον κόσμο, για να διακοσμήσουν την πρόσοψή του. Ακολούθησε το Παρίσι, μια από τις πολύ αυστηρές πόλεις σε ζητήματα βανδαλισμών: το 2010 κάλεσε «γκραφιτάδες» να εκθέσουν σε αναδρομική έκθεση στο Γκραν Παλέ (Grand Palais).

Επιπλέον άρχισαν να εμφανίζονται φεστιβάλ «Γκράφιτι» και «Street art» σε διάφορες πόλεις, όπου οι συμμετέχοντες «street artists» καλούνται να ζωγραφίσουν νόμιμα σε τοίχους κτιρίων που πρόσφεραν οι υπεύθυνοι.

Μπορεί να είναι αυτός ο στόχος ενός «γκραφιτά»; Ίσως. Είναι ένα διέξοδο σε έναν καλλιτέχνη να βγει από την ανωνυμία του δρόμου και να περάσει στον χώρο της εμπορευματοποιημένης τέχνης όπως λέει ο J1.:

«Το πέρασμα από τον τοίχο στη γκαλερί, έγινε για εμένα με ένα αρκετά φυσικό τρόπο. Δεν ήταν κάτι ηθελημένο, έγινε φυσικά. Ξεκίνησα να κάνω γκράφιτι στην περιοχή μου στο Παρίσι. Στην συνέχεια, κάποιοι φίλοι, μου ζήτησαν να κάνω ζωγραφιές για να μπορούν να τις κρατήσουν...»[15].

Υπάρχουν αρκετοί καλλιτέχνες που είναι αφοσιωμένοι και συνεπείς ιδεολογικά στις πρώτες τους αρχές, παρόλο που ταυτόχρονα έχουν καταξιωθεί και κερδίζουν χρήματα από το γκράφιτι. Λέει χαρακτηριστικά ο πολιτικοποιημένος Μπάνκσυ που διατηρεί μεν την ανωνυμία του, εργάζεται συστηματικά στο δρόμο, αλλά συνάμα έχει κάνει τεράστια περιουσία από το γκράφιτι:

«Το γκράφιτι δεν είναι η πιο ευτελής μορφή τέχνης. Παρόλο που αναγκάζεσαι να γλιστράς σα φάντασμα μέσα στη νύχτα και να λες ψέματα στη μαμά σου, η αλήθεια είναι ότι πρόκειται για το πιο έντιμο είδος τέχνης. Τα γκράφιτι δεν απευθύνονται στην ελίτ, ούτε παραπλανούν, εκτίθενται σε μερικούς από τους καλύτερους τοίχους της πόλης και κανένας δεν ξενερώνει με την τιμή του εισιτηρίου. Οι τοίχοι ήταν ανέκαθεν το καλύτερο μέρος για να δείξεις τη δουλειά σου»[16].

Κι ο Φώτης Πεχλιβάνης, γκραφιτάς κι ο ίδιος σχολιάζει συνηγορόντας:

«Θεωρώ τον Μπάνκσυ τον αδιαφιλονίκητο ηγέτη της “προβοκατόρικης τέχνης”. Το γεγονός ότι τα έργα του αγγίζουν αστρονομικά ποσά στις γκαλερί δεν νομίζω ότι μειώνει την καλλιτεχνική δύναμη αυτών των γκράφιτι»[17].

Αντίθετα ο Μ. Στεφανίδης εκφράζει την δυσπιστία του στην εμπορευματοποίηση και τα φεστιβάλ που αγκαλιάζουν το γκράφιτι:

«Εγώ ανησυχώ όταν το γκράφιτι γίνει μόδα και λίγο-πολύ φοβάμαι ότι γίνεται, ή όταν μπει στο μουσείο ή τη γκαλερί. Ήδη ο Δάκης Ιωάννου έκανε έκθεση με τα γκράφιτι. Ουάου! Μάστ. Ξέρετε κάτι, αυτό θα είναι ο ιδεολογικός του θάνατος. Το γκραφίτι είναι εκεί για να μιλήσει για κοινωνική δικαιοσύνη και για αυτό δεν αρέσει»[18].

 Παρόμοια ο Τουίγιο:

«Μην κάνετε λάθος, το γκράφιτι είναι ένα όπλο επιρροής γιατί είναι τόσο εμφανές μέσα στην πόλη. Οι Αρχές θέλουν να το αγκαλιάσουν για να το "εξουδετερώσουν" και να το ελέγξουν. Είναι ο τρόπος τους να "σπάσουν" το ηθικό μας»[19].

Αυτονόητα το γκράφιτι είναι η εικαστική φωνή που μας ξυπνά το παιδικό όνειρο για μια ζωή πιο δίκαιη χωρίς κοινωνικές ανισότητες, χωρίς σύνορα, χωρίς αδικία.

Παρόμοια για τον Skitsofrenis τα πράγματα είναι ξεκάθαρα:

«Το γκράφιτι πρέπει να παραμείνει παράνομο γιατί δεν ελέγχεται, δεν σκηνοθετείται δεν αντιγράφεται. Πρέπει πάντα ένα καθεστώς να φοβάται τι θα δει γραμμένο στο τοίχο. Πρέπει να υπάρχει εκείνο το γκράφιτι που θα συζητά ευγενικά για σημαντικά ή μη θέματα με την πλειοψηφία και από την άλλη να υπάρχει και το παράνομο, που όταν θα ξεχνά λίγο τα βίντεο κλιπ του MTV μπορεί να τσακίσει και κόκαλα με την ευθύτητα του. Τα νόμιμα είναι για συζήτηση, τα παράνομα για προβληματισμό. Χρειάζονται και τα δύο. Εχθροί της κουλτούρας του γκράφιτι είναι πολλοί, όπως «ένα ολοκληρωτικό καθεστώς, οι μεγάλες εταιρείες προώθησης “σαλονάτης” ζωγραφικής» αλλά και όπως χαρακτηριστικά λέει, «το βλακώδες βιντεοκλιπάδικο “life style” που έχουν αρχίσει να υιοθετούν και ορισμένοι από τους γκραφιτάδες»[20].


Το Στιγμιαίο και το Αιώνιο

 11
Έργο του Skitsofrenis.

Όσον αφορά τους τρόπους που κατασκευάζονται τα γκράφιτι υπάρχουν πολλές τεχνικές. Κυρίαρχα είναι το σπρέι και το στένσιλ. Παρόλα αυτά, κάθε καλλιτέχνης αναπτύσσει τις δικές του τεχνικές, που απλώνονται από το παραδοσιακό πινέλο, την τοιχοκόλληση αφισών, προετοιμασμένες στο εργαστήριο και φτάνουν μέχρι το βάψιμο τεράστιων επιφανειών με αυτοσχέδιους μηχανισμούς εκτόξευσης χρωμάτων.

Πολύ σημαντικό ρόλο στην τεχνική του γκράφιτι παίζει ο χρόνος. Όσο πιο γρήγορα τόσο πιο καλά! Δύο οι κύριοι λόγοι: Αφενός μεταξύ των γκραφιτάδων η ταχύτητα είναι ένα σημαντικό κριτήριο αξιολόγησης της τεχνικής αρτιότητας του καλλιτέχνη. Αφετέρου είναι μια αναγκαία παράμετρος για να αποφευχθεί η σύλληψη. Οι γκραφιτάδες, είναι κατά κάποιο τρόπο, είναι νυχτερινοί καταδρομείς που δρουν αστραπιαία.

Ο χρόνος πέρα από την κατασκευή του έργου, αφορά και την διάρκεια ύπαρξής του. Στην πρόθεση του καλλιτέχνη υπάρχει το παντοτινό. Θα ήθελε το έργο του να μείνει, να στέκει εκεί αιώνια και να μαρτυρά παντοτινά την ύπαρξη του δημιουργού.

12

 «Αλίκη: Πόσο κρατάει το πάντα;
Λαγός: Μερικές φορές μόνο
ένα δευτερόλεπτο».

Η ανάγκη για υστεροφημία, σε μια έντιμη εκδοχή του «καλλιτεχνικού» ναρκισσισμού. Απ την άλλη είναι μοιραίο, τα εκτεθειμένα κι απροστάτευτα έργα στο δρόμο, ανά πάσα στιγμή να σβηστούν, να «πατηθούν», να χαθούν κάτω από αφίσες, να καταστραφούν από το χρόνο και τις συνθήκες, από την κακόβουλη παρέμβαση ή από τις αρχές. Χρειάζεται λοιπόν εκ μέρους του καλλιτέχνη η αποδοχή ότι η δουλειά, ο κόπος, το έργο του παραδίδεται στην τύχη μπαίνει ριψοκίνδυνα στην ροή της ζωής, στη φθορά του χρόνου και μπορεί να είναι μόνο ένα φευγαλέο αποτύπωμα, μια στιγμή.

Μοιάζει λιγάκι η ψυχολογία του καλλιτέχνη γκράφιτι με εκείνη των θιβετιανών μοναχών που φτιάχνουν μάνταλες από άμμο και είναι δεδομένο ότι μόλις τελειώσουν, αμέσως αρχίζει η αποδόμηση τους απ’ τα στοιχεία της φύσης. Η πρόθεση όμως περιέχει μεγάλη δύναμη! Το αιώνιο που περιέχεται στη στιγμή ως πρόθεση, διαμορφώνει το μέλλον. Το σύνθημα στον τοίχο, είναι σαν μια μποτίλια με ένα μήνυμα στον ωκεανό. Κάποιος με την κατάλληλη ευαισθησία, μπορεί να αφουγκραστεί το μήνυμα και να γίνει αιτία αλλαγών. Αλλαγών είτε εσωτερικών, ψυχικών, είτε ακόμη και κοινωνικών.

Όπως αποτυπώνεται και στα λόγια του «Β»:

«Η πόλη είναι ένα μέρος όπου βλέπω καινούρια πράγματα, κι όχι συνεχώς το ίδιο. Όπου εγώ, μπορώ να κάνω κάτι μέσα σε αυτή την πόλη. Μπορώ να αλλάξω κάτι μέσα στην πόλη. Παράνομα ή όχι. Αυτό είναι στην ευχέρεια του καθενός. Είναι όπως κάποιος θα βγει να διαμαρτυρηθεί σε μια πορεία και μπορεί να φωνάξει ένα σύνθημα ή μπορεί να πετάξει μια μολότοφ. Μπορεί να γράψει κι ένα σύνθημα στον τοίχο. Θα φτάσει η στιγμή, όπου ο καθένας θα μπορεί να διεκδικεί το χώρο του. Και πιστεύω ότι αυτή η γενιά μέσα από αυτό το ξέκομμα των ονείρων, θα προσγειωθεί και θα πει ότι πρέπει να διεκδικήσουμε το χώρο μας.»[21]


Σημειώσεις

[1]. tag: η ιδιαίτερη υπογραφή του ψευδώνυμου του γκραφιτά-writer
[2]. Μάνος Στεφανίδης. Κριτικός Τέχνης, στην εκπομπή Γκραφίτι, Η Τέχνη του Δρόμου του www.doctv.gr.
[3]. Πηγή: www.lifo.gr.
[4]. Μάνος Στεφανίδης. Κριτικός Τέχνης, στην εκπομπή Γκραφίτι, Η Τέχνη του Δρόμου του www.doctv.gr.
[6]. Κανάλι NBC.
[8]. B., Γκραφίτι, Η Τέχνη του Δρόμου του www.doctv.gr.
[10] Άρθρο στη NewYork Times για το πως απεικονίζεται η οικονομική κρίση μέσα από την τέχνη του Γκράφιτι στους δρόμους της Αθήνας.τέχνη του Γκράφιτι στους δρόμους της Αθήνας.
[11]. [12]. [13]. Spike 69, Γκραφίτι, Η Τέχνη του Δρόμου του www.doctv.gr.
[14]. [15]. J1, Γκραφίτι, Η Τέχνη του Δρόμου του www.doctv.gr.
[17]. Πεχλιβάνης Φώτης, Γκραφίτι, Η Τέχνη του Δρόμου του www.doctv.gr.
[18]. Μάνος Στεφανίδης. Κριτικός Τέχνης, στην εκπομπή Γκραφίτι, Η Τέχνη του Δρόμου του www.doctv.gr.
[19]. Writer Χαρίτωνας Τσαμαντάκης από αφιέρωμα των «New York Times»
[20]. Protagon.gr: Η κυνηγημένη τέχνη του Γκράφιτι μεταμορφώνει το αστικό τοπίο.τέχνη του Γκράφιτι μεταμορφώνει το αστικό τοπίο.
[21] B., Γκραφίτι, Η Τέχνη του Δρόμου του www.doctv.gr.


Βιβλιογραφία

    • Κυριάκου Ιωσηφίδη, Γκραφ: Greek Graffiti Scene, Eκδόσεις Μεταίχμιο, Αθήνα 2009.
    • Κυριάκου Ιωσηφίδη, …στο Δρόμο, Εκδόσεις Μεταίχμιο, Αθήνα 2007.
    • Πέλλα Καλογιαννάκη, Η Γλώσσα των Τοίχων, Εκδόσεις Gutenberg, Αθήνα 2013.
    • Γιώργος Τζιρτζιλάκης - Νάντια Αργυροπούλου, This is my b. World, Εκδόσεις Futura, Αθήνα 2008.
    • Δημήτρη Θεοδόση, To street Art στην Αθήνα, Εκδόσεις Οξύ, Αθήνα 2007.
    • Δημήτρη Θεοδόση, Το Νέο Χρώμα της Πόλης, Εκδόσεις Οξύ.
    • Δημήτρη Θεοδόση-Παυσανία Καραθανάση, Stencil in Athens, Εκδόσεις Οξύ.
    • Ε. Η. Gombrich, Το Χρονικό της Τέχνης, Μορφωτικό ίδρυμα Εθνικής Τράπεζας, Αθήνα 1998.
    • Banksy, Ραδιενεργά γκράφιτι. Wall and piece, Εκδόσεις Μεταίχμιο, Αθήνα 2014.
    • Χαρίτωνας Τσαμαντάκης, H ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ GRAFFITI ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ, Αθήνα 2016.

 

Σύνδεσμοι

Συλλογή γκράφιτι από όλο τον κόσμο, Ανακτήθηκε 19 Αυγούστου 2019
Βίντεο για γκράφιτι που διαμαρτύρεται στην έκδοση 5 Ελλήνων φοιτητών στις Ιταλικές αρχές για την συμμετοχή τους σε Ιταλική πρωτομαγιάτικη διαδήλωση, Ανακτήθηκε 19 Αυγούστου 2019
Βίντεο σχολιασμός για το έργο του Banksy στο Λονδίνο που καυτηριάζει την αντιμετώπιση που αντιμετωπίζουν οι πρόσφυγες όταν φτάνουν στο Καλέ, Ανακτήθηκε 19 Αυγούστου 2019
Βίντεο για την Iρανή καλλιτέχνη Neda Tayeibi που ζωγραφίζει γκράφιτι σε κατεστραμμένα τανκς στο Αφγανιστάν, Ανακτήθηκε 19 Αυγούστου 2019
Bίντεο ΒIG BANG BIG BOOM: ένα animation που έχει δημιουργήσει ο γκραφιτάς BLU από γκράφιτι, Ανακτήθηκε 19 Αυγούστου 2019
Βίντεο με ειρωνικές μετατροπές ναζιστικών γκράφιτι, Ανακτήθηκε 19 Αυγούστου 2019
Άρθρο-συνέντευξη του Skitsofrenis στο τοπικό δικτυακό τύπο: http://humansofkalamata.gr, Ανακτήθηκε 19 Αυγούστου 2019
Άρθρο για την Σαμσιά Χασανί πρωτοπόρο καλλιτέχνη γκράφιτι στο Αφγανιστάν, Ανακτήθηκε 19 Αυγούστου 2019
Άρθρο στο έντυπο για την εκπαίδευση www.esos.gr: «Διευθυντές Σχολείων καλούνται σε Αστυνομικά Τμήματα για τα γκράφιτι», Ανακτήθηκε 19 Αυγούστου 2019
Άρθρο στο ηλεκτρονικό περιοδικό για τις ξένες γλώσσες xenesglosses.eu: «Σχολείο όνειρο, τα γκράφιτι στους τοίχους ταξιδεύουν τους μαθητές στον κόσμο των παραμυθιών», Ανακτήθηκε 19 Αυγούστου 2019
Άρθρο στην LIFO: «Αθήνα - Η πρωτεύουσα των γκράφιτι», Ανακτήθηκε 19 Αυγούστου 2019
Άρθρο στο διαδικτυακό περιοδικό newsbeast: «Η ανατρεπτική τέχνη του γκράφιτι»τέχνη του γκράφιτι», Ανακτήθηκε 19 Αυγούστου 2019
Άρθρο σε Πατρινό διαδικτυακό έντυπο: «Αν θες να μάθεις την Αθήνα κοίταξε τα γκράφιτι στους τοίχους», Ανακτήθηκε 19 Αυγούστου 2019


Λ.Κ.