Θρησκεία

Η Σοφία του Θαύματος

Πριν από τους ιστορικούς χρόνους, στην αχλύ των προϊστορικών μακρινών εποχών των προγόνων μας, η ανθρωπότητα ξεκίνησε μια αναζήτηση για να επιλύσει τα μεγάλα ερωτηματικά της: Ποιοι είμαστε; Πώς φθάσαμε ως εδώ; Ποια είναι η σχέση μας με τη φυσική τάξη; Από τέτοιες ερωτήσεις δημιουργήθηκαν ιδέες, προκειμένου να ερμηνευθεί η ζωή, ο θάνατος και όλα τα φυσικά φαινόμενα.

Η ίδια η έννοια των θεών και των τεράτων, της μαγείας και των πνευμάτων ριζώθηκε γερά στην αντίληψή μας για το φυσικό κόσμο. Αλλά καθώς αναδύθηκε ο πολιτισμός, και οι άνθρωποι έγιναν πιο παρατηρητικοί στις περιπλοκές του φυσικού κοσμου, η μαγεία μετατράπηκε σε επιστήμη, η αλχημεία μετασχηματίστηκε σε χημεία και η θρησκεία εξελίχθηκε σε φιλοσοφία. Εν τέλει η επιστήμη έδωσε τις απαντήσεις σε εκείνα τα τρία μεγάλα ερωτηματικά.

Αλλά είτε είμαστε άθεοι, πολυθεϊστές ή μονοθεϊστές, υπάρχουν πολλοί που, παρά τις πεποιθήσεις τους, θεωρούν ότι ένα μεγάλο κενό έχει τυλίξει τον κόσμο. Ίσως είναι το κενό που μας αποκαλύπτεται από την αστρονομία, ένα κενό που αναδεικνύει την ασημαντότητά μας στην ατελείωτη θάλασσα του κόσμου. Ίσως είναι η αποκάλυψη της επιστήμης ότι δεν είμαστε τίποτα περισσότερο από μηχανές οργανικών μορίων που εξελίχθηκαν πολύπλοκα κατά τη διάρκεια τεσσάρων δισεκατομμυριών ετών. Ή ίσως είναι απλά μια παραίσθηση, που δημιουργείται από την ξαφνική μετατόπιση της προοπτικής μας και μας τυφλώνει, αποστρέφοντας τη συνείδηση από το θαύμα του απέραντου κόσμου γύρω μας. Αυτό σημαίνει ότι δεν υπάρχει μαγεία, ότι δεν υπάρχει θεός ή πνεύμα, ότι δεν υπάρχει ελπίδα ζωής πέρα από τον τάφο; Σε όλες τις εποχές οι θεωρίες που χρησιμοποιήθηκαν για να ερμηνεύσουν τη φυσική τάξη, είτε μαγικές, θρησκευτικές, ή επιστημονικές, γίνονται αποδεκτές ως αλήθεια, ενώ θεωρούνται εσφαλμένες οι θεωρίες του παρελθόντος. Αλλά καμία θεωρία δεν έχει αντέξει στη δοκιμασία του χρόνου. Δεν ήμαστε σωστοί πριν από χίλια χρόνια στην αντίληψή μας για τον κόσμο και φυσικά δεν είμαστε ούτε τώρα. Σε χίλια χρόνια η ανθρωπότητα θα βλέπει τον 21ο αιώνα όπως βλέπουμε εμείς σήμερα τον 11ο. Οι άνθρωποι του μέλλοντος θα γνωρίζουν ότι κάναμε λάθος σχεδόν σε όλα όσα πιστεύαμε, αλλά και τότε ακόμα αναμφίβολα οι ίδιοι θα κάνουν λάθος.

Αυτό σημαίνει ότι η αναζήτησή μας είναι μάταιη; Όχι βέβαια! Με κάθε νέα απάντηση αντιμετωπίζουμε μια θάλασσα των ερωτήσεων που ανοίγουν νέα παράθυρα στη γνώση πέρα από την κατανόησή μας. Πριν από χίλια χρόνια το πιό απώτατο όριο της εξερεύνησης ήταν η μυστηριώδης «Βίνλαντ», όπου πάτησε το πόδι του πρώτος ο Leif Ericson και το πλήρωμά του. Σήμερα είναι το φεγγάρι και οι κόσμοι του ηλιακού συστήματός μας και αύριο θα είναι τα άστρα πέρα από το ηλιακό μας σύστημα. Πριν από χίλια χρόνια ο άνθρωπος δε θα μπορούσε να ονειρευτεί την ύπαρξη μικροβίων, ατόμων, αστρικών νεφελωμάτων και γαλαξιών πέρα από τον απέραντο αιθερικό ωκεανό του διαστήματος. Σημαντικότερο από το ποιοι είμαστε, πώς φθάσαμε ως εδώ και πώς ταιριάζουμε στη φυσική τάξη, είναι το απλό γεγονός πως είμαστε πλάσματα αυτού του θαύματος της δημιουργίας και όσο περισσότερο αναρωτιόμαστε, τόσο περισσότερο μας αποκαλύπτεται το σύμπαν.

 

Η Άποψη των Αρχαίων

Δύο χιλιάδες χρόνια πριν ο κόσμος μας ήταν ένας πολύ διαφορετικός τόπος. Η γη ήταν η έσχατη δημιουργία των θεών και η ανθρωπότητα δημιουργήθηκε για να τους λατρέψει και να τους τιμήσει. Όλα όσα βρίσκονταν επάνω στη γη, είχαν πλαστεί είτε για την ευχαρίστηση ή την τιμωρία του ανθρώπινου γένους. Δαίμονες και κακά πνεύματα βασάνιζαν την ανθρωπότητα με ασθένειες, πλημμύρες και σεισμούς. Η μαγεία ήταν δύναμη που προκαλούσε δέος και ήταν σεβαστή. Όσοι ασκούσαν την τέχνη κατείχαν υψηλή θέση, γιατί μόνον εκείνοι μπορούσαν να ελέγξουν τα πνεύματα και επικαλεστούν τις θεϊκές δυνάμεις. Στις μακρινές εποχές της προϊστορίας όλα ήταν ζωντανά και πνευματικά, από τα βράχια και τα ποτάμια, ως τον αέρα και τα δέντρα. Αυτή ήταν η προοπτική με την οποία αντιμετώπιζαν τον κόσμο όσοι αποκαλούνται σήμερα «παγανιστές» -οι Κέλτες, οι Νορβηγοί, οι Γαλάτες, οι Ρωμαίοι, οι Ταοϊστές, οι αρχαίοι Έλληνες, οι Αβορίγινοι, οι αφρικανικές φυλές, οι ιθαγενείς Αμερικανοί, και όλοι όσοι είχαν την ανάλογη πολυθεϊστική αντίληψη για τον κόσμο. Αν και διαφορετικοί ως προς τις παραδόσεις και τον πολιτισμό τους, όλοι είχαν μια παρόμοια άποψη για τον κόσμο. Αλλά δεν έκαναν λάθος. Είχαν απλά μια διαφορετική προοπτική του κόσμου.

 

Η Χριστιανική Άποψη και οι Σκοτεινοί Αιώνες

Στο πέρασμα του χρόνου τούτη η προοπτική άρχισε να μετατοπίζεται. Η άνοδος του Χριστιανισμού είναι αναμφίβολα ο καταλύτης της αλλαγής, εξαιτίας της ξαφνικής και πρωτοφανούς εξάπλωσής του κατά τη διάρκεια των πρώτων αιώνων της πρώτης μ.Χ. χιλιετίας εποχής. Η εξάπλωση είχε ως αποτέλεσμα σημαντικές μεταρρυθμίσεις, καταστροφή των αρχαίων ναών και των μνημείων, και μια αφάνταστη απώλεια γνώσης που οδήγησε την Ευρώπη άμεσα στους σκοτεινούς αιώνες. Ο Ιουδαϊσμός παρέμεινε περιορισμένος, καθώς δε διέθετε επεκτατικό δόγμα. Η ισλαμική πίστη, που αναδύθηκε κατά τον 8ο αιώνα, ήταν ενδεχομένως πιο επεκτατική από το Χριστιανισμό. Ο Μωαμεθανισμός έγινε ο σημαντικότερος ανταγωνιστής του, γεγονός που οδήγησε σε εκατοντάδες χρόνια αιματοβαμμένων θρησκευτικών πολέμων. Τόσο για τους Χριστιανούς όσο και για τους Μουσουλμάνους, οποιοσδήποτε δε συμμορφωνόταν με την πίστη τους ήταν κακός, ή «παραπλανημένος από τους δαίμονες», και έπρεπε να μεταστραφεί ή να θανατωθεί (για το καλό του και το καλό των άλλων). Καμία άλλη θρησκεία στην ιστορία δε συμμετείχε σε τέτοια σφαγή όσο αυτές οι δύο πίστεις. Στις Σταυροφορίες, στην κατάκτηση της Αμερικής, και τους ιερούς πολέμους των «Αγίων Τόπων», εκατοντάδες εκατομμυρίων έχασαν τη ζωή τους. Ολόκληροι πολιτισμοί και φυλές εξαλείφθηκαν από προσώπου γης. Έργα τέχνης, αρχιτεκτονική και αιώνες της γνώσης συνθλίφτηκαν, κάηκαν, λεηλατήθηκαν και καταστράφηκαν. Λάτρεις αρχαίων θρησκειών που διατήρησαν τις παραδόσεις τους βασανίστηκαν με τρόπο τόσο αρρωστημένο και τραγικό, που δεν μπορει κανείς να μην αναρωτηθεί αν οι βασανιστές τους δεν ήταν οι ίδιοι δαίμονες ενσαρκωμένοι. Και όταν επιτέλους ο καπνός καθάρισε και το απομακρύνθηκε το αίμα της σφαγής, μόνο τρεις θρησκείες έμειναν να εξουσιάζουν στο δυτικό κόσμο –Χριστιανισμός, Ισλαμισμός, Ιουδαϊσμός.

Κάτω από αυτές τις τρεις μονοθεϊστικές θρησκείες γεννήθηκε μια νέα προοπτική -μια προοπτική άγνοιας, φόβου, υπακοής και τυφλής πίστης, εκτός από την αίσθηση «θρησκευτικής ανωτερότητας» που διατηρήθηκε σκόπιμα από ένα είδος θεοκρατικής αριστοκρατίας. Σύμφωνα με αυτή την προοπτική, ο κοινός λαός έπρεπε να πιστεύει μόνον αυτά που του υπαγορεύονταν. Στην πραγματικότητα δεν είχε καμία άλλη επιλογή από το να πιστεύει. Όντας ακαλλιέργητοι, οι λαοί ήταν ανίκανοι να διαβάσουν οποιαδήποτε θρησκευτικά έγγραφα, πόσο μάλλον φιλοσοφικά ή επιστημονικά κείμενα που αμφισβητούσαν το καθιερωμένο θεολογικό δόγμα. Οποιοσδήποτε είχε στην κατοχή του τέτοια βιβλία στην καλύτερη περίπτωση αποκλειόταν από τη θεία κοινωνία. Στη χειρότερη περίπτωση εκτελείτο. Η απειλή των βασανιστηρίων, του θανάτου και της «αιώνιας καταδίκης» ήταν αρκετή να μεταστρέψει το μεγαλύτερο τμήμα της Ευρώπης και της Αγγλίας στο Χριστιανισμό. Αργότερα, η ίδια τακτική της πίστης μέσω του φόβου εφαρμόστηκε στην Αμερική με εκτεταμένες γενοκτονίες. Αν και η απειλή των βασανιστηρίων και του θανάτου ανήκει πλέον στο παρελθόν, ο φόβος της αιώνιας καταδίκης παραμένει.

 

Η Προοπτική της Αναγέννησης και του Διαφωτισμού

Η Αναγέννηση που ξεκίνησε περίπου το 1500, έφερε την ελπίδα πως η αμάθεια θα έδινε τη θέση της στο διαφωτισμό της ανθρωπότητας. Η επινόηση της τυπογραφίας το 1450 έκανε δυνατή την Αναγέννηση. Αν και τα περισσότερα βιβλία που τυπώθηκαν εκείνη την εποχή ήταν Βίβλοι, ήρθαν στην επιφάνεια και χιλιάδες ιστορικά, φιλοσοφικά, αποκρυφιστικά και μαγικά κείμενα. Ο Κοπέρνικος, ο Γαλιλαίος, ο Λεονάρντο ντα Βίντσι και πολλοί άλλοι δημιούργησαν μεγάλα έργα στην τέχνη και την επιστήμη, βλέποντας τον κόσμο από μια διαφορετκή οπτική γωνία. Μερικοί, όπως ο Κοπέρνικος και ο Γαλιλαίος, πλήρωσαν ακριβά τις απόψεις τους, εξαιτίας της αντίδρασης της πανίσχυρης κοσμικής εκκλησίας. Ωστόσο, τα βήματά τους ακολούθησαν εκατοντάδες άλλοι –άνθρωποι αφιερωμένοι στην επιστήμη, την αστρονομία, τα μαθηματικά, την τέχνη, και τη μάθηση. Κάποιοι άλλοι στράφηκαν στις απόκρυφες επιστήμες, όπως ο Αγρίππας, ο Παράκελσος, ο Νοστράδαμος, ο Τζον Ντι, ακόμα και ο Ισαάκ Νεύτων. Όλοι χαρακτηρίστηκαν αιρετικοί από τη χριστιανική εκκλησία, και πολλοί διώχθηκαν, ή αναγκάστηκαν να ανακαλέσουν τις επαναστικές ιδέες τους. Όμως η εκκλησία δεν μπορούσε να σταματήσει τα γρανάζια της αλλαγής, που είχαν ήδη τεθεί σε κίνηση. Οι θαρραλέοι άνθρωποι της πνευματικής επανάστασης είχαν ήδη φυτέψει το σπόρο της επιστροφής του θαύματος στην καρδιά και το νου της ανθρωπότητας. Σύντομα το θαύμα άνθησε σε μια έκρηξη τεχνών και επιστημών. Η αντίδραση βέβαια άφησε το στίγμα της ακόμη και αυτή την επαναστατική περίοδο. Η Αναγέννηση βίωσε το κυνήγι των μαγισσών και τη γενοκτονία των ιθαγενών της αμερικανικής ηπείρου.

Με την αφύπνιση της Αναγέννησης ήλθε και ο Διαφωτισμός. Για άλλη μια φορά άλλαξε ο τρόπος προσέγισης των πραγμάτων για ολάκερη την ανθρωπότητα. Το νέο ευαγγέλιο προέβλεπε επιστημονική μεθοδολογία και εμπειρική παρατήρηση, αλλά κατά περίεργο τρόπο ανακατεύτηκε με την παλαιότερη νοοτροπία της πίστης μέσω του φόβου. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι η ανθρωπότητα δεν κατόρθωσε όλα αυτά τα χρόνια να απαλλαγεί από τούτο το σκοτεινό κληροδότημα. Μετά το 1700 και την αμερικανική επανάσταση, σχεδόν όλες οι μορφές θρησκευτικής δίωξης έδειχναν να φτάνουν σε ένα τέλος, αν και παρέμειναν ζωντανές οι συγκρούσεις ανάμεσα στις τρεις μεγάλες θρησκείες της Βίβλου, τον Ιουδαϊσμό, τον Μωαμεθανισμό και το Χριστιανισμό. Η θρησκευτική ανοχή στην ετεροδοξία έγινε προς στιγμήν έμβλημα του αναπτυσσόμενου δημοκρατικού κινήματος. Με βάση τις αρχές της ανεξιθρησκείας οποιοσδήποτε μπορεί να ακολουθεί οποιαδήπτε θρησκεία επιθυμεί, δίχως το φόβο της δίωξης, ακόμη αι οι αθεϊστές έγιναν αποδεκτοί. Σε αυτή τη σύντομη αλλά καθοριστική ανάπαυλα επήλθε και ο διαχωρισμός Εκκλησίας και Κράτους. Δημιουργήθηκε όμως και ένα παράδοξο. Η ανθρωπότητα ενσωμάτωσε δύο αντιθετικές προοπτικές ή οπτικές γωνίες προσέγγισης του κόσμου. Από τη μία υπάρχει ο ορθολογισμός, ο υλισμός και ο κοσμικός αθεϊσμός. Από την άλλη έμεινε προσκολλημένη στην άποψη ότι η εκάστοτε θρησκεία της είναι η «Μία Αληθινή Θρησκεία», ένα δόγμα αμετακίνητο και απόλυτα ορθό σε σχέση με τα άλλα. Ο θεός δημιούργησε τη γη σε 6 ημέρες, αλλά φυσικά χρειάστηκαν 4 δισεκατομμύρια χρόνια για να σχηματιστεί. Ο άνθρωπος δημιουργήθηκε από πηλό, αλλά φυσικά εξελίχθηκε από προϋπάρχοντα πρωτεύοντα θηλαστικά μέσω της διαδικασίας της φυσικής επιλογής. Αυτό το 50% αθεϊστικό, 50% θρησκευτικό σύστημα οδήγησε σε έναν 100% υποκριτικό τρόπο σκέψης την ανθρωπότητα. Δεν είναι δυνατόν να διατηρείς τη μια προοπτική δίχως να απορρίπτεις την άλλη. Με άλλα λόγια δυο καρπούζια δε χωρούν στην ίδια μασχάλη.

 

Η Σύγχρονη Προσέγγιση και ο Νέος Μεσαίωνας

Τρεις είναι οι λόγοι για τους οποίους η ανθρωπότητα παραμένει προσκολλημένη στη θρησκεία σ' αυτή τη διχασμένη κοινωνία. 1ον Υπάρχουν σοβαροί, αφοσιωμένοι οπαδοί που ακολουθούν καθημερινά τη θρησκεία τους, δηλαδή είναι Αληθινοί Οπαδοί. 2ον Επηρεάζονται πολιτισμικά από την οικογένεια, τους φίλους και την κοινότητα και παρόλο που λένε ότι τηρούν την πίστη τους, τούτο είναι μόνον αποτέλεσμα μιας πολιτισμικής επίδρασης. Δηλαδή, είναι Υποκριτές. Ή 3ον δεν τους δόθηκε η ευκαιρία να δουν κάποιο άλλο δρόμο, κι αυτό ονομάζεται Τυφλή Πίστη. Υπάρχουν, βέβαια, και εκείνοι που προσπαθούν να ανακατέψουν τις Ιουδαιο-χριστιανικές διδασκαλίες με την επιστήμη, άλλοι που προσπαθούν να αποδείξουν το θρησκευτικό δόγμα μέσω της επιστήμης και άλλοι ακόμη που προσπαθούν να απορρίθψουν την επιστήμη χρησιμοποιώντας τις θρησκευτικές διδασκαλίες και την ψευδο-επιστήμη. Αλλά με όλες αυτές τις διαφωνίες και τη σύγχυση ανάμεσα στις αθεϊστικές και μονοθεϊστικές θρησκείες, τη μάχη ανάμεσα στους Δημιουργιτές και τους Εξελικτικιστές, πολύ λίγοι σταμάτησαν έστω και για λίγο να σκεφτούν αν κάποια από τις δυο πλευρές είναι πραγματικά ορθή. Φαίνεται πως ο Μεσαίωνας δεν τελείωσε τον 15ο αιώνα –ακόμα και σήμερα ζούμε κάτω από τη σκιά του φόβου και της αμάθειας.

 

Η Επιστροφή του Θαύματος και το Τέλος του Μεσαίωνα

Οι αρχαίοι, δηλαδή αυτοί που αποκαλούμε σήμερα παγανιστές, ήταν υλιστές και εμπειριστές στην παρατήρηση ενός κόσμου για τον οποίο αισθάνονταν δέος και σεβασμό. Έκτιζαν ναούς στους θεούς και τα άστρα και χρησιμοποιούσαν τους μεγάλιθους ως ημερολόγια για να επεκτείνουν τη γνώση της αστρολογίας και τη σχέση του ουρανού με τη γη. Έμαθαν μέσω της αστρολογίας και της προσεκτικής παρατήρησης πότε ευνοούσαν τα πνεύματα τη σπορά και το θερισμό. Κατανόησαν πως υπήρχε μια σχέση ανάμεσα στους κύκλους της Σελήνης και τους κύκλους της θηλυκής γονιμότητας. Έμαθαν να προλέγουν τον καιρό, να αρδεύουν την παραγωγή τους και να δαμάζουν τον αέρα, απλά παρατηρώντας τον κόσμο ολόγυρά τους. Αναγνώρισαν τις τέσσερις εποχές και απόδωσαν τον κύκλο τους στον κύκλο της γέννησης, της ζωής, του θανάτου και της επαναγέννησης. Το Όλον έγινε κομμάτι της Φύσης και η Φύση κομμάτι του Όλου. Η ανθρωπότητα για αυτούς δεν ήταν παρά ένας επιπλέον σύνδεσμος στην αχανή γήινη οικόσφαιρα. Αυτή ήταν η επιστήμη τους, η θρησκεία και η μαγεία τους –όλα σε τέλεια αρμονία με τις παρατηρήσεις και την αντίληψή τους για το σύμπαν. Ο πόλεμος ανάμεσα σε αυτούς τους παγανιστικούς πολιτισμούς (Σκανδιναβούς, Γαλάτες, Ρωμαίους, Κέλτες, Έλληνες ή Πέρσες) σπάνια είχε ως αίτιο τη θρησκεία. Η συχνότερη αιτία ήταν πόλεμος για τη γη, για τους πόρους και τον υλικό πλούτο. Στην πραγματικότητα τα διαφορετικά πάνθεα αντί να εκδιώκονται, γίνονταν όλο και πιο περίπλοκα καθώς μοιράζονταν ανάμεσα σε διαφορετικούς πολιτισμούς. Οι Ρωμαίοι, περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο λαό, αγκάλιασαν όψεις όλων σχεδόν των θρησκειών με τις οποίες ήλθαν σε επαφή, υιοθετώντας ελληνικές, κελτικές, αιγυπτιακές, περσικές και σκανδιναβικές θεότητες μαζί με τους παραδοσιακούς θεούς τους. Κατάλαβαν το γεγονός ότι οι θεοί, ως αρχέτυπα, μπορούσαν να έχουν πολλά και διαφορετικά ονόματα, πολλές και διαφορετικές μορφές. Ο Δίας μπορούσε να είναι και Θορ, Ζευς ή Ντάγκντα. Η Ήρα μπορούσε να είναι και Γιούνο, Ίσις ή Σιφ. Τίποτε δεν απέκλειε την ύπαρξη των άλλων θεών, είτε αυτοί ήσαν αρχαίοι θεοί ή νεοφερμένοι. Είναι γεγονός πως ο ρωμαϊκός πολιτισμός υπήρξε ο ανεκτικότερος σε θρησκευτικά ζητήματα από όλους τους πολιτισμούς του κόσμου. Δια νόμου οποιοσδήποτε μπορούσε να ασκεί ελεύθερα οποιαδήποτε θρησκεία επιθυμούσε, όσο σεβόταν το ρωμαϊκό νόμο. Αντίθετα, με ό,τι πιστεύουμε ως σήμερα γιατί έτσι μας το διδάσκουν, οι Χριστιανοί δε ρίχτηκαν στα λιοντάρια εξαιτίας της πίστης τους, αλλά γιατί συνομωτούσαν και δεν αναγνώριζαν τον ρωμαϊκό νόμο. Ο Χριστιανισμός ως θρησκεία είναι από τη φύση του πολιτισμικά επεκταστικός. Δεν αρκείται στην τήρηση κανόνων εντός θρησκευτικών πλαισίων, αλλά αναζητά την κοσμική εξουσία στο μέγιστο βαθμό, όντας πολιτικά ενεργός.

Ωστόσο, έχουμε να παρατηρήσουμε πως οι σύγχρονες κυρίαρχες μονοθεϊστικές θρησκείες (ο Χριστιανισμός, ο Ιουδαϊσμός και το Ισλάμ) στηρίζονται αποκλειστικά σε μύθους, παροιμίες και προφητείες γραμμένες από χέρι ανθρώπινο. Ιστορίες δηλαδή που μεταφράστηκαν σε δεκάδες γλώσσες επί αναρίθμητες ανθρώπινες γενιές. Δεν έγιναν προσεκτικές παρατηρήσεις ή αναφορές στη φύση. Τα θαύματα της Γης απαγορεύθηκαν, όπως απαγορεύθηκαν και οι ιδέες για τη σχέση του ανθρώπου με τον φυσικό κόσμο. Το μόνο που υπήρχε ήταν ο «Αυθεντικός Λόγος» δοσμένος από προφήτες και μαθητές. Οτιδήποτε άλλο κινείτο ή κινείται ακόμη και σήμερα στα όρια της επικράτειας της αίρεσης. Πόσο διαφορετική είναι αυτή η αντίληψη από εκείνη των αρχαίων παγανιστών, που θεμελίωναν τη θρησκεία τους στην παρατήρηση του ουρανού, στους κύκλους των εποχών και στη γνώση τους για τα στοιχεία και τις δυνάμεις της φύσης. Αληθεύει ότι οι παγανιστικές λατρείες έχουν με τη σειρά τους μεγάλους επικούς κύκλους και παραδόσεις. Υπάρχει όμως μια σημαντική διαφορά. Τα έπη και οι μύθοι ήταν ένας τρόπος μετάδοσης των ηθικών αξιών της κοινότητας, συνέχισης και διεύρυνσης των πολιτισμικών αξιών και ένας τρόπος κατανόησης των εθίμων και της καθημερινής τελετουργικής πρακτικής. Τέτοιες ιστορίες τις αφηγούνταν συχνά με διαφορετικό τρόπο, διαφορετικοί αφηγητές. Ο μύθος ήταν ένα δρώμενο εν κινήσει και είχε τη δυνατότητα να αφομοιώνει σύγχρονα στοιχεία, να τα περνά στις επόμενες γενιές, κρατώντας ταυτόχρονα ζωντανή την παράδοση. Δεν ήταν ένα δογματικό ιερό βιβλίο, στατικό και απαράλλακτο στο πέρασμα του χρόνου. Αν και πιθανώς αυτή η κινητικότητα να μας φαίνεται αντιφατική, οι άνθρωποι εκείνων των χρόνων δεν είχαν πρόβλημα με τέτοιου είδους επιφανειακές αντιθέσεις. Σημαντική δεν ήταν η λεπτομέρεια της ιστορίας αλλά το ηθικό και πολιτιστικό της δίδαγμα. Οι παραδοσιακές παγανιστικές λατρείες θεμελιώθηκαν πάνω στη ζωντανή και ανανεούμενη σχέση του ανθρώπου με τον ουρανό και τη γη, τον άνεμο και τις θάλασσες, όχι πάνω σ' ένα κομμάτι χαρτί που ξεθωριάζει με το χρόνο.

Τώρα, μετά από έναν μεσαίωνα που διαρκεί σχεδόν 17 αιώνες, έχουμε τη δυνατότητα να σκίσουμε το πέπλο της άγνοιας και του φόβου και να επιστρέψουμε στον σεβασμό του θαύματος, αυτόν που βίωναν οι πρόγονοί μας στη σχέση τους με τον ουρανό και τη γη. Λυτρωμένοι από τα δεσμά του σκοταδισμού, έχουμε την πιθανότητα να απλωθούμε δίχως φόβο στην αχανή ομορφιά που μας περιμένει -όσο τουλάχιστον εκείνη είναι διατεθειμένη να μας περιμένει- έτοιμοι να εξερευνήσουμε τα βασίλεια της Δημιουργίας που ενοικούν στο κατώφλι της φαντασίας μας.

 

Παρατήρηση, Εμπιστοσύνη, Πίστη, Ελπίδα

Μπορούμε να πιστεύουμε σε οτιδήποτε, όσο εξωφρενικό ή γελοίο και αν φαίνεται ιδωμένο από μια διαφορετική οπτική γωνία. Οι άνθρωποι εν γένει πιστεύουν στηριγμένοι σε τέσσερις αιτίες –παρατήρηση, εμπιστοσύνη, πίστη και ελπίδα. Σε αυτές τις τέσσερις αιτίες θα μπορούσαμε να προσθέσουμε ως πέμπτη και τη θυμαπάτη, αλλά η θυμαπάτη είναι μια προχωρημένη μορφή ψύχωσης και απαιτεί διαφορετικού είδους προσέγγιση. Πιστευόταν κάποτε ότι ο ήλιος περιστρεφόταν γύρω από τη γη και τούτη η αντίληψη ήταν αποτέλεσμα μιας παρατήρησης που θεμελιωνόταν πάνω στη σχέση αιτίου-αποτελέσματος. Όταν άλλαξε όμως η οπτική γωνία της παρατήρησής μας για τον κόσμο είδαμε πως τούτη η ιδέα ήταν λανθασμένη. Βασισμένοι σε μια λεπτομερέστερη παρατήρηση, μάθαμε ότι η γη και όλοι οι πλανήτες στο ηλιακό μας σύστημα περιστρέφονται γύρω ασπό τον ήλιο. Ως την εποχή του διαστήματος πιστεύαμε πως η γη είναι σφαίρα. Στην πραγματικότητα δεν είναι σφαίρα, όπως έδειξαν οι σχετικά πρόσφατες παρατηρήσεις μας από το διάστημα. Ωστόσο, υπάρχουν αρκετοί ακόμα που πιστεύουν ότι η γη είναι μια τέλεια σφαίρα. Η κατανόηση δεν έρχεται από την εμπιστοσύνη, την πίστη ή την ελπίδα, αλλά μόνο από την παρατήρηση. Είναι ο μοναδικός τρόπος για να μελετήσουμε τη φύση του σύμπαντος και να διαχωρίσουμε την αλήθεια από τη φαντασία.

Ας πάρουμε για παράδειγμα ένα γονιό προσκολλημένο στη θυμαπάτη πως η γη είναι επίπεδη. Θα πει στο παιδί του ότι η γη είναι επίπεδη, ότι ο ήλιος περιστρέφεται γύρω από τη γη και θα προσπαθήσει να το πείσει ότι οι θεωρίες που διδάσκεται στο σχολείο είναι ανοησίες. Αυτό το παιδί είναι πολύ πιθανό να πιστεύει ότι η γη είναι επίπεδη για το υπόλοιπο της ζωής του, γιατί εμπιστεύεται τους γονείς του. Μέ τη σειρά του θα περάσει τούτη την πεποίθηση στα παιδιά του κ.ο.κ. Για φανταστείτε τώρα μια μεγάλη ομάδα γονέων που έχουν την ίδια θυμαπάτη. Με το πέρασμα του χρόνου αυτή η ομάδα μπορεί να λάβει εκρηκτικές διαστάσεις και να αυξάνεται διαρκώς, έως ότου η πλειονότητα του ανθρώπινου πληθυσμού θα επιστρέψει στην πεποίθηση ότι η γη είναι επίπεδη. Όσο παράλογη κι αν φαίνεται μια τέτοια πιθανότητα, ή αδύνατη υπό τις παρούσες συνθήκες, δείχνει έναν από τους τρόπους με τους οποίους ρυθμίζουμε τις πεποιθήσεις μας, όσο και αν τα στοιχεία μας υποδεικνύουν το αντίθετο. Τούτη η διαδικασία αποκαλείται «Πίστη μέσω της Εμπιστοσύνης» και είναι βασική στην εκπαιδευτική διαδικασία, καθώς ο μαθητής είναι απίθανο να μπορέσει να μπει σε ένα διαστημόπλοιο και να δει τη γη από το διάστημα. Χρειάζεται να έχει την απαραίτητη εμπιστοσύνη στο δάσκαλό του, προκειμένου να αποδεχθεί τη μεταφερόμενη γνώση. Ως σύνολο, λοιπόν, εμπιστευόμαστε την επιστημονική κοινότητα για την ακρίβεια της πληροφορίας που μας παρέχει και φυσικά η επιστημονική κοινότητα δεν είναι αλάθητη. Στα τέλη του 1800 και στις αρχές ακόμα του 1900 πολλοί επιστήμονες θεωρούσαν πως υπήρχε πολιτισμός στον Άρη. Η άποψή τους στηριζόταν στις παρατηρήσεις «καναλιών» με προφανή βλάστηση και την πεποίθηση της ύπαρξης πάγου στους πόλους του κόκκινου πλανήτη. Συνεπώς, το ευρύ κοινό έτεινε επίσης να πιστέψει, εμπιστευόμενο την ακρίβεια της επιστήμης. Αυτή η φαντασίωση διαλύθηκε με την αποστολή μη επηνδρωμένων αποστολών στον Άρη κατά τη δεκαετία του '70, αλλά έδειξε ότι η Πίστη μέσω της Εμπιστοσύνης είναι τόσο καλή, όσο και η ακρίβεια των πληροφοριών που κατέχουν εκείνοι που εμπιστευόμαστε. Παρόλες τις τρέχουσες παρατηρήσεις και τις σύγχρονες επιστημονικές θεωρίες για τον Άρη, υπάρχουν ακόμα πολλοί που πιστεύουν ότι εκεί η ζωή υπάρχει. Η πίστη είναι κάτι πέρα από την πεποίθηση, και δεν απαιτεί γεγονότα ή παρατηρήσεις που βασίζονται στην πραγματικότητα.

Σε αυτό το σημείο πρέπει να δοθεί έμφαση στο γεγονός ότι υπάρχει διαφορά μεταξύ της πίστης και της πεποίθησης. Η πεποίθηση μπορεί να οριστεί καλύτερα ως «αποδοχή μιας άποψης, ιδέας ή γεγονότος που βασίζεται σε λογικούς ισχυρισμούς, χωρίς άμεση προσωπική γνώση», κάτι που στην πραγματικότητα είναι θεμέλιο για το μεγαλύτερο κομμάτι της γνώσης μας. Ο «λογικός ισχυρισμός» θεωρείται γενικά ότι βρίσκεται στην ακριβή απόδειξη. Μπορεί κανείς να αποδείξει ότι όλα τα αντικείμενα, άσχετα από το βάρος ή το μέγεθός τους, πέφτουν το ίδιο σε περιβάλλον κενού, και αυτό μπορεί να αποδειχθεί αληθινό από το επαναλαμβανόμενο πείραμα. Ο «λογικός ισχυρισμός» θα μπορούσε επίσης να στηρίζεται στην εμπιστοσύνη - εμπιστευόμαστε ότι οι επιστήμονες γνωρίζουν για ποιο πράγμα μιλούν, επειδή δεσμεύονται από την επαγγελματική φήμη τους να το κάνουν. Συνεπώς, πιστεύουμε στην επιστήμη επειδή μπορεί και μας παρέχει σενάρια αιτίου και αποτελέσματος, λογικά αιτιολογημένες αφαιρετικές συλλήψεις και μαθηματικές αποδείξεις ως στοιχεία που βασίζονται καθαρά στην παρατήρηση.

Η πίστη, από την άλλη είναι η «πεποίθηση που δε στηρίζεται στη λογική απόδειξη ή σε υλικά δεδομένα». Έχουμε πίστη στη θρησκεία. Η πίστη είναι σαφώς μια επέκταση της πεποίθησης, η οποία στηρίζεται απλώς στο λόγο εκείνων που εμπιστευόμαστε και τίποτα περισσότερο. Μπορεί να πιστεύουμε ότι φύλακες-άγγελοι προσέχουν τα παιδιά μας, αλλά κανένα εμπειρικό στοιχείο δεν μπορεί να επικυρώσει έναν τέτοιο ισχυρισμό. Η πιθανότητα και η σύμπτωση, λειτουργούν συχνά για να δώσουν ψευδείς αποδείξεις στη δύναμη της πίστης. Για παράδειγμα, μπορεί ένας πατέρας να πιστεύει ότι κάποιος φύλακας-άγγελος προσέχει το παιδί του. Αν αυτό το παιδί είναι να χτυπηθεί από κάποιο μεθυσμένο οδηγό, αλλά σώζεται την τελευταία στιγμή από ένα σκυλί που ορμά μπροστά του, ο πατέρας θα υποθέσει ότι ο φύλακας-άγγελος έκανε το σκυλί να σταματήσει το παιδί, μην αποδίδοντας το γεγονός στην έντονη αίσθηση του σκυλιού να διαβλέπει τον επικείμενο κίνδυνο.

Τέλος, υπάρχει η ελπίδα. Η ελπίδα είναι ουσιαστικά η «επιθυμία και η αναζήτηση του μελλοντικού καλού, χωρίς τη διαβεβαίωση αυτό θα έρθει». Η ελπίδα μπορεί να προέρχεται από την πίστη, την πεποίθηση, την εμπιστοσύνη, ή τις παρατηρήσεις. Μπορούμε «να ελπίζουμε» πως δεν είμαστε μόνοι στον κόσμο, στηριγμένοι στις παρατηρήσεις των εξω-ηλιακών πλανητικών συστημάτων και τις θεάσεις UFO. Μπορούμε «να ελπίζουμε» ότι υπάρχει μετά θάνατον ζωή, ως άμεσο αποτέλεσμα των θρησκευτικών διδασκαλιών. Μπορούμε «να ελπίζουμε» στο τέλος του πολέμου και της βίας, εμπιστευόμενοι ότι οι πολιτικοί ηγέτες θα εργαστούν για να δημιουργήσουν έναν καλύτερο κόσμο. Μπορούμε «να ελπίζουμε» για μια θεραπεία του καρκίνου, πιστεύοντας πως η ιατρική επιστήμη και η βιοτεχνολογία είναι σε θέση να πετύχουν έναν τέτοιο στόχο. Η ελπίδα ενοικεί πάντα στο μέλλον. Αν πραγματοποιηθεί ή δεν πραγματοποιηθεί η ελπίδα χάνεται, και είτε για καλό είτε για καλό γίνεται πλέον γεγονός. Η μεγαλύτερη ελπίδα μας στην πραγματικότητα είναι ότι υπάρχει ζωή μετά από το θάνατο και συνδυάζεται με την πίστη σε έναν πνευματικό κόσμο. Με άλλα λόγια η ανθρωπότητα ελπίζει στο θαύμα, χωρίς όμως να αντιλαμβάνεται ότι το θαύμα είναι παρόν, μπροστά στα μάτια της.

 

Το Θαύμα

Το σύμπαν είναι μια θάλασσα θαυμάτων, και η Γη μας δεν είναι παρά μια μικρή νησίδα στις μυριάδες των κόσμων. Το κλειδί για την κατανόηση του συνόλου βρίσκεται στην παρατήρηση των τμημάτων του –από το μεγαλύτερο γαλαξία, ως το μικρότερο σωματίδιο της ύλης- γιατί όλα τα τμήματα είναι μικρόκοσμοι ενός αχανούς μακρόκοσμου. Έτσι εμείς, που αποτελούμε τμήμα του σύμπαντος, είμαστε στην πραγματικότητα πλάσματα μέσα στα οποία εκδηλώνεται το σύμπαν. Κατανοώντας τον εαυτό μας και παρατηρώντας τον φυσικό κόσμο γύρω μας αργά αλλά σταθερά κερδίζουμε όλο και αυξανόμενη κατανόηση του Σύμπαντος. Κατά τον ίδιο τρόπο, κατανοώντας το Σύμπαν, καταλαβαίνουμε καλύτερα τον εαυτό μας. Είμαστε τμήμα του συμπαντικού κύκλου καθώς γεννηθήκαμε απά τα άστρα και στα άστρα θα επιστρέψουμε. Το μεγαλύτερο είναι όμοιο με το μικρότερο και το πάνω είναι όμοιο με το κάτω Στη διαφορετικότητα υπάρχει συμμετρία και στο χάος ενυπάρχει η αρμονία.

Οι θεοί αυτού του σύμπαντος είναι οι προσωποιημένες αρχές των φυσικών δυνάμεων και της ανθρώπινης κατάστασης. Είναι τόσο αληθινοί όσο και οι αρχές ή οι καταστάσεις που αντιπροσωπεύουν κι αυτό οι αρχαίοι μας πρόγονοι το γνώριζαν καλά. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο είχαν και μια θεότητα για κάθε σύμβολο, για κάθε εποχή, για κάθε συναίσθημα ή φαινόμενο για κάθε ανθρώπινη κατάσταση. Θεότητες, λοιπόν, που μπορούσαν να πάρουν οποιαδήποτε μορφή ή να έχουν οποιοδήποτε όνομα μέσα σε έναν κόσμο θαυμάτων. Όπως ήταν τότε έτσι μπορεί να γίνει και τώρα, πιθανώς με τρόπο διαφορετικό έτσι που να προσαρμόζεται στην εξέλιξη της ανθρώπινης συνείδησης. Όμως ο ήλιος παραμένει πάντα ένα θαύμα και του οφείλουμε σεβασμό είτε ονομάζεται Απόλλων, Ήλιος, Ρα, Λουντ ή Χριστός. Αυτός είναι που μας χαρίζει το φως και τη θερμότητα. Τον ίδιο σεβασμό οφείλουμε και στη σελήνη είτε ονομάζεται Ντιάνα, Σελήνη, Εκάτη ή Αρντουίνα, γιατί αυτή μας φωτίζει τη νύχτα και βάζει σε τάξη τις εποχές του χρόνου. Ας αποδώσουμε και τα δέοντα στη γη είτε ονομάζεται Γαία Ντιάνα, Ίσις, Ντανού ή Μαρία, γιατί εκείνη είναι η μητέρα-θεά που δίνει ζωή, γονιμότητα και ευημερία. Μέσα σε όλα αυτά βέβαια ας μην ξεχνάμε τον Όσιρι, τον Άδη και τον Αρούν, τους θεούς του θανάτου, που φέρνουν τέλος στη ζωή, έτσι ώστε να αρχίσει τον κύκλο της από την αρχή.

Ας μην ξεχνάμε τα αρχαία μονοπάτια, γιατί στα αρχαία μονοπάτια θα ανακαλύψουμε και πάλι τον Κόσμο των Θαυμάτων.

 

Κ.Κ.